ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΝΕΧΑΜΑΣ: Η ΑΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ ΕΙΝΑΙ Η ΠΙΟ ΠΕΡΙΦΡΟΝΗΜΕΝΗ ΕΝΝΟΙΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ
- 12.03.25 11:55

Έχει κάποια σημασία σήμερα η φιλοσοφία για τον σύγχρονο άνθρωπο ή καταλήγει να είναι μια δραστηριότητα για τις ελίτ; Τι ρόλο καλούνται να διαδραματίσουν οι ανθρωπιστικές σπουδές σε ένα κόσμο όπου η συλλογική επικέντρωση στην τεχνολογία ευνοεί την προώθηση των λεγόμενων θετικών επιστημών; Ποια η συμβολή της επικέντρωσης στο ερώτημα και όχι στην απάντηση, ή ακόμη της διαφορετικότητας στην ανάπτυξη μιας ευημερούας κοινωνίας ή μιας αυτόνομης και ενδιαφέρουσας σκέψης; Είναι η τηλεόραση τελικά ένα κακό μέσο; Και τι σχέση μπορεί να έχει ο Πλάτωνας με τις συχνές αιτιάσεις που εκφέρονται εναντίον της;
Γύρω από αυτά και άλλα εξίσου ενδιαφέροντα περιστράφηκε η εκτενής συζήτηση που είχαμε με πολυβραβευμένο καθηγητή και φιλόσοφο Αλέξανδρο Νεχαμά. Ξεκίνησε από την Αθήνα και το Κολλέγιο Αθηνών για να καταλήξει στην άλλη μεριά του Ατλαντικού, στο Πρίνστον. Δίδαξε και έγραψε για δεκαετίες για την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, την αισθητική, τον Φρίντριχ Νίτσε, τον Μισέλ Φουκώ και τη θεωρία της λογοτεχνίας. «Προσωπικά», μας λέει, «δεν πιστεύω καθόλου στη βεβαιότητα». Και προσθέτει: «πάντα υπήρχε αβεβαιότητα. Αλλά πάντα υπήρχε η ώθηση να την παραμερίσουμε – και πολλά φιλοσοφικά συστήματα στοχεύουν ακριβώς να τη βγάλουν την αβεβαιότητα από τη μέση».
Η φιλοσοφία σήμερα
Συζητούμε με έναν φιλόσοφο. Η επαφή με τη φιλοσοφία μπορεί να προσφέρει στον σύγχρονο άνθρωπο κάτι στη ζωή του; Κάποια στιγμή, μετά τον Μεσαίωνα, εκεί στον Μονταίνιο, στον Μοντεσκιέ ή στον Μορ, θεωρήσαμε ότι προσέφερε η φιλοσοφία ένα νήμα για μια καλύτερη ζωή. Σήμερα;
Από την αρχαία ήδη εποχή –στους αρχαίους Έλληνες αναφέρομαι– η φιλοσοφία δεν ήταν θεωρητική. Ήταν τρόπος ζωής. Οι σχολές της φιλοσοφίας –οι Στωικοί, οι Επικούρειοι– ζούσαν τη ζωή τους βάσει των αξιών τις οποίες δίδασκαν.
Δηλαδή το εννοούσαν αυτό που δίδασκαν.
Περισσότερο ακόμα κι από «το εννοούσαν». Το ζούσαν! Και αυτό κράτησε και μετά, καθώς τον ρόλο αυτό ανέλαβε η θρησκεία – ο χριστιανισμός. Αργότερα, με την Αναγέννηση, ξεφεύγουν οι άνθρωποι από τον αποκλειστικό χώρο της θρησκείας και ξανασυναντιούνται με τη φιλοσοφία. Αναφέρατε τον Μοντεσκιέ… Αλλά και ο Ντεκάρτ –τελείως διαφορετικός– ουσιαστικά θέλει να σου πει πώς να ζήσεις τη ζωή σου. Αυτή η διαδρομή σβήνει σιγά σιγά, κυρίως με τον Διαφωτισμό, καθώς η φιλοσοφία γίνεται –και μάλιστα στη Γερμανία, με τον Καντ– επάγγελμα. Φαντασθείτε: «επάγγελμα φιλόσοφος». Κάποτε, ένας συνάδελφος και φίλος μας έκανε μια ομιλία και μας ανέφερε πώς μια φορά βρέθηκε στην τράπεζα, να ανοίξει λογαριασμό. Τον ρωτούν: «Επάγγελμα;». «Φιλόσοφος». «Μα, δεν είναι επάγγελμα αυτό. Μήπως φιλόλογος;» «Όχι, φιλόσοφος». Δεν το αναγνώριζαν. Πάντως σ’ όλη αυτή την διάρκεια υπέρρεε ένας τρόπος ζωής. Μια πλατωνιστική αντίληψη. Βλέπεις τον Μονταίνιο, σου λέει: «Έχω τις επιλογές μου, έχω τις ασθένειές μου – κάνε κι εσύ ό,τι μπορείς». Όχι να μιμηθείς.
Η ΟΛΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΝΙΤΣΕ, ΓΙΑ ΜΕΝΑ, ΚΑΤΑΛΗΓΕΙ ΝΑ ΠΡΟΒΑΛΛΕΙ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΤΟΥ ΩΣ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΠΡΟΣ ΜΙΜΗΣΗ – ΟΧΙ ΟΜΩΣ ΜΙΜΗΣΗ ΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΝΑ ΒΑΛΩ ΜΟΥΣΤΑΚΙΑ ΣΑΝ ΤΑ ΔΙΚΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΝΑ ΓΙΝΩ ΓΕΡΜΑΝΟΣ. ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΑΝ ΖΟΥΜΕ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΑΝ ΕΝΤΑΣΣΟΜΑΣΤΕ. Ο ΚΑΘΕΝΑΣ ΜΑΣ ΠΡΟΕΡΧΕΤΑΙ ΑΠΟ ΑΛΛΟ ΤΟΠΟ, ΕΧΕΙ ΑΛΛΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ. ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΚΑΤΑΛΗΓΟΥΜΕ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΤΟ ΙΔΙΟ ΠΡΑΓΜΑ. ΟΛΟΙ ΔΙΑΦΕΡΟΥΜΕ: ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΗ Η ΔΙΑΦΟΡΑ ΝΑ ΑΞΙΖΕΙ ΤΟΝ ΚΟΠΟ!
«Βρες μέσα σου τον δρόμο».
«Βρες τον δρόμο να γίνεις ό,τι μπορείς. Αλλά κάνε το με έναν τρόπο που να ταιριάζει στον εαυτό σου: δεν το θέλεις, επειδή το θέλεις – αξίζει τον κόπο να το θέλεις;». Αυτός ο κλάδος της φιλοσοφίας συνεχίζεται – με τον Πασκάλ σε ανάλογο μήκος κύματος. Αλλά και ο Σοπενχάουερ προσέρχεται, εντέλει ο Νίτσε πολύ σημαντικά, έως και ο Φουκώ. «Η επιμέλεια εαυτού». Και πού πάνε όλα αυτά; Στον Σωκράτη!
Δεν υπάρχει όμως στη φιλοσοφία μια ένταση με τα καθημερινά, και μάλιστα με την καθημερινή πολιτική; Έχουμε ακριβώς το παράδειγμα του Σωκράτη… Δεν του βγήκε σε καλό η σκέψη!
Όντως. Αλλά δεν είναι τόσο αναγκαία μια σύγκρουση φιλοσοφίας και πολιτικής, όπως τη βλέπει ο Λέο Στράους. Υπό την έννοια δηλαδή ότι «η πολιτική θέλει συμβιβασμούς, η φιλοσοφία δεν δέχεται συμβιβασμούς!». Δεν το βλέπω έτσι. Όμως έτσι που λειτουργεί η κοινωνία –και δεν αναφέρομαι μόνο στο σήμερα– πάντα υπάρχουν τεράστια προβλήματα. Οπότε, όταν σκέφτεσαι, και θέτεις τα θεμελιώδη ερωτήματα –«είναι πραγματική αξία η αξία αυτή που υποστηρίζεις;»− πάντα θα υπάρξουν αντιδράσεις.
Υπάρχει όμως και η αντίθετη αιτίαση από τη γαλλική πλευρά: ότι, δηλαδή, η τάση της φιλοσοφίας να επιβάλλει ένα σύστημα έρχεται σε αντίθεση με προοπτικές χειραφέτησης…
Προσωπικά είμαι εναντίον της ιδέας ότι το σύστημα φιλοσοφίας υπερέχει. Θεωρώ τον εαυτό μου ατομιστή με μιαν έννοια του όρου. Υπάρχει ένας καταπληκτικός μικρός διάλογος, που καταγράφει ο Νίτσε στη Χαρούμενη Επιστήμη: Λέει ο Α στον Β: «Δεν θέλεις να έχεις μαθητές;». «Θέλω ο καθένας να φτιάχνει το δικό του παράδειγμα – όπως εγώ!». Αλλά… το παράδειγμα που θα φτιάξεις εσύ, είναι διαφορετικό από το παράδειγμα που θα φτιάξει ο άλλος. Η όλη φιλοσοφία του Νίτσε, για μένα, καταλήγει να προβάλλει τον εαυτό του ως παράδειγμα προς μίμηση – όχι όμως μίμηση του τύπου να βάλω μουστάκια σαν τα δικά του και να γίνω Γερμανός.
… αλλά να βρεις το δικό σου αντίστοιχο.
Διότι διαφορετικοί είμαστε και στην ίδια κοινωνία αν ζούμε και στην ίδια κοινότητα αν εντασσόμαστε. Ο καθένας μας προέρχεται από άλλο τόπο, έχει άλλη διαδρομή, με άλλους γονείς, με κουλτούρα διαφορετική. Δεν μπορούμε να καταλήγουμε να κάνουμε το ίδιο πράγμα. Όλοι διαφέρουμε: το ζήτημα είναι αυτή η διαφορά να αξίζει τον κόπο!
Αφήνει η σύγχρονη πραγματικότητα χρόνο και χώρο να σκεφθείς;
Σήμερα σήμερα, όμως, η ζωή της καθημερινότητας αφήνει χρόνο –και χώρο, εντέλει– για να σκεφθεί κανείς; Ακόμα περισσότερο, υπάρχει καν το αίτημα για χρόνο και χώρο που να επιτρέπει τον αναστοχασμό;
Κοιτάξτε, μου φαίνεται ότι η ζωή ποτέ δεν άφηνε χρόνο και χώρο όπως το λέτε. Είναι σήμερα η ζωή μας πολύ πιο μπερδεμένη, αλλ’ ο κόσμος πάντα συνηθίζει να ζει στην κατάσταση όπου βρίσκεται. Και ο αρχαίος Έλληνας δεν πιστεύω να είχε τόσο πολύν χρόνο: οι πλούσιοι μόνο είχαν! Οι περισσότεροι άνθρωποι δούλευαν πολύ πιο σκληρά για να τα βγάζουν πέρα απ’ ό,τι σήμερα. Το ζήτημα ποιο είναι; Καταλήγουμε η φιλοσοφία να είναι ένα πράγμα για την ελίτ ή μπορούμε να τη φέρουμε σε πιο προσιτά επίπεδα; Θα δεχθώ ότι είναι δύσκολο. Όχι δε κυρίως στη δική μας εποχή − γενικά. Λέει κάπου ο Αριστοτέλης ότι μόνον όταν ο άνθρωπος βρέθηκε να έχει ελεύθερο χρόνο, μόνον τότε μπόρεσε να σκεφθεί. Βέβαια… Αριστοτέλης και Πλάτων είναι αντιδημοκρατικοί.
Διαφορετικά βέβαια…
Διαφορετικά, ασφαλώς. Όμως ο Πλάτων βλέπετε με ποιον αντικαθιστά τη δημοκρατία: με τον τύραννο.
Επειδή φέρνετε έτσι τον τύραννο στο τραπέζι μας, μια άλλη ερώτηση. Παλιότερα, οι ηγεμόνες-οι άρχοντες-οι ισχυροί το έβρισκαν ωραίο πράγμα να μιλούν με φιλοσόφους; Οι Μέδικοι ήδη, η Αικατερίνη η Μεγάλη είχε τον Βολταίρο της…
Και η Χριστίνα της Σουηδίας τον Ντεκάρτ…
Βέβαια ο Φρειδερίκος ο Μεγάλος έλεγε ότι «αν ήθελα να κάνω κακό σ’ έναν λαό, θα του έδινα έναν φιλόσοφο επικεφαλής».
Να αναγνωρίσω ότι οι φιλόσοφοι, ως διοικητικοί δεν είμαστε σπουδαίοι! Είμαστε, ξέρετε, επικίνδυνοι [δίπλα στις εξουσίες], επειδή δεν δίνουμε απαντήσεις. Αυτή είναι η μεγάλη διαφορά μεταξύ –ας πούμε– του δικηγόρου και του φιλοσόφου. Και οι δυο ζουν με επιχειρήματα, όμως ο δικηγόρος οφείλει να καταλήξει κάπου! Ο Πλάτων το λέει: «Εμείς οι φιλόσοφοι δεν δουλεύουμε με την κλεψύδρα». Αντίθετα με τους νομικούς, έστω και τους ρήτορες… Για εμάς, έχει πολύ περισσότερη σημασία το ερώτημα, το να τεθεί το ερώτημα και να το κυνηγήσουμε, παρά να βρούμε την απάντηση. Έτσι και ο Σωκράτης αναζήτησε την αρετή – δεν τη βρήκε βέβαια την αρετή, πλην όμως έδειξε ότι το κυνήγι της αρετής μπορεί να είναι από μόνο του αρετή.
Οι σύγχρονοι όμως ηγέτες, οι μεγάλοι της εποχής, περιστοιχίζονται περισσότερο όχι από φιλοσόφους, αλλά από ανθρώπους της τεχνολογίας. Αυτό τι υποδηλώνει για το σήμερα;
Άλλο είναι ένα κράτος, άλλο είναι μια επιχείρηση! Διαφορετικές αξίες, διαφορετικοί σκοποί, διαφορετικά μέσα. Όταν έρχεται ο άλλος και θέλει τη μεγάλη κυβέρνηση να την καταστήσει όσο αποτελεσματική είναι η επιχείρηση, δεν το βλέπω θετικά. Αυτά που γίνονται στις μέρες μας στην Αμερική –γιατί σ’ αυτήν αναφέρεστε– μου φέρνουν μελαγχολία. Είναι τραγική η κατάσταση. Όχι δηλαδή ότι θα ’ταν καλύτερα αν είχε φιλοσόφους γύρω του ο Τραμπ!… Δεν μου φαίνεται πάντως ούτε ηθικό ούτε χρήσιμο ούτε παραγωγικό να σκεφθούμε τη διοίκηση ενός κράτους σαν την διοίκηση μιας επιχείρησης! Το κράτος, η κυβέρνηση, δεν προσπαθεί να μεγιστοποιήσει κέρδος. «Χάνει» χρήματα, διαθέτει οικονομικούς πόρους.
Επενδύει θα έλεγε κανείς…
Επενδύει στο μέλλον, σε κοινωνικούς σκοπούς, δεν έχει να πληρώσει μερίσματα! Πάρα πολύ μεγάλη αυτή η διαφορά. Και, παράλληλα, έχει πολύ μεγαλύτερες ευθύνες η κυβέρνηση − με τον λαό σε θέση «πελάτη». Βαθύτερες υποχρεώσεις, ευρύτερες.
Στα χρόνια της τεχνητής νοημοσύνης – και της αναζήτησης της διαφοράς
Εκτός από επιχειρήσεις, με τους επικεφαλής των οποίων συναγελάζεται ο πρόεδρος Τραμπ, είναι και τεχνολογικές οι εν λόγω επιχειρήσεις. Το θέτω επειδή διερωτώμαι πώς βλέπετε τη φιλοσοφία –χρησιμοποιώ τον όρο υπό ευρεία εννοία…– του τεχνολογικού κλάδου. Όλη η συζήτηση περί υπέρβασης των ορίων του ανθρώπου, «να πάμε στον Άρη», «να ζήσουμε για πάντα»;
Ακόμη είναι πολύ νωρίς. Πολύ νωρίς για να δούμε τι θα γίνει π.χ. με την ίδια την τεχνητή νοημοσύνη, αν θα είναι για καλό ή για κακό, το «θα μας σκοτώσουν οι μηχανές;» για να υπεραπλουστεύσω. Θα μπορούμε να ελέγξουμε τα δημιουργήματά μας; Τα ερωτήματα έχουν τεθεί και απαντήσεις θα πρέπει να δοθούν – κάποτε. Όμως αυτές οι απαντήσεις δεν θα δοθούν εντέλει από φιλοσόφους. Θα δοθούν από την ίδια την επιστήμη…
Τι ρόλο, όμως, έχει ο φιλόσοφος σε μια εποχή όπου η τεχνητή νοημοσύνη διεκδικεί το προσκήνιο; Και μάλιστα όχι μόνον ο φιλόσοφος, οι ανθρωπιστικές σπουδές εν γένει, τα humanities.
Θεωρώ ότι όχι μόνο έχουν ρόλο, αλλά και τεράστια σημασία. Επαναφέρω κάτι που λέγαμε πριν: τη διαφορά! Οι θετικές επιστήμες γενικεύουν: για να καταλάβεις κάτι το παίρνεις και το θέτεις κάτω από έναν νόμο, βλέπεις την ομοιότητα που έχει με άλλα. Οι ανθρωπιστικές επιστήμες –για μένα τουλάχιστον– καλλιεργούν τη διαφορά μεταξύ ανθρώπων και καταστάσεων. Γι’ αυτό ακριβώς και θεωρώ ότι οι ανθρωπιστικές σπουδές παραμένουν απαραίτητες στην εκπαίδευση. Όχι δε μόνον στα πανεπιστήμια.
Αλλά;
Πρέπει να αρχίζουν από πολύ νωρίς, γιατί τότε είναι που διαμορφώνεται ο χαρακτήρας. Όταν πλέον βρεθείς στο πανεπιστήμιο να μάθεις φιλοσοφία, είναι πλέον σχετικά αργά. Όχι δε μόνον φιλοσοφία, αλλά και κοινωνιολογία ή και αρχαία ελληνικά. Εκτιμάς την ποικιλία: διαβάζεις ένα μυθιστόρημα και είναι καταπληκτικό, ύστερα ένα άλλο μυθιστόρημα – κι αυτό καταπληκτικό, αλλ’ εντελώς διαφορετικό! Αυτά, στις θετικές επιστήμες δεν τα συναντάς τόσο εύκολα. Εκεί, όταν ερευνάς ένα φαινόμενο, θα βρεις κάτι το παρόμοιο… Επανέρχομαι λοιπόν: όλοι μας είμαστε διαφορετικοί. Το θέμα είναι αν η διαφορά είναι ενδιαφέρουσα, αν είναι ωραία, αν είναι «κάτι». Θα μου πείτε, αν ο άνθρωπος δουλεύει δεκαοχτώ ώρες την ημέρα, σε δυο ή τρεις δουλειές, δεν θα μπορέσει να σκεφθεί. Είναι γεγονός αυτό! Το ζήτημα είναι να μπορέσουμε να δώσουμε ένα ελάχιστο επίπεδο διαβίωσης στους ανθρώπους, να μη χρειάζεται να αφιερώνουν όλη τους τη ζωτικότητα στα προς το ζην, οπότε έτσι μπορείς να ενθαρρύνεις τη μελέτη των ανθρωπιστικών επιστημών.
Όμως, υπό τις συνθήκες της σημερινής κοινωνικής ζωής, ένας πυρήνας humanities θα μπορέσει να επιβιώσει στα αυριανά πανεπιστήμια; Κι ακόμα περισσότερο στα σχολεία;
Στην Αμερική, τουλάχιστον, προτού μπεις στην Ιατρική έχεις τα πρώτα τέσσερα χρόνια προπτυχιακά: εκεί βρίσκεται η ευκαιρία. Εκεί σου δίνεται μια ευκαιρία ευρύτερης έκθεσης – κάτι θα σου μείνει! Βλέπεις διαφορετικούς τρόπους να ζήσει ο άνθρωπος και να ’ναι ευτυχής. Αν όμως ήδη οι γονείς σου σου λένε από μικρό παιδί «πρέπει να βγάλεις λεφτά για να κάνεις τη ζωή σου», τότε δεν θα αξιοποιήσεις ούτε αυτή την ευκαιρία. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα είσαι στη ζωή σου δυστυχής: απλώς δεν θα είσαι ενδιαφέρων! Το άλλο με τις ανθρωπιστικές σπουδές είναι ότι σε αποτρέπουν από τις γενικεύσεις: οι γενικεύσεις είναι πάντοτε επικίνδυνο πράγμα.
Κάποια στιγμή είπατε ότι, όταν πήραν τον ρόλο αυτό των φιλοσόφων οι οργανωμένες θρησκείες, έκλεισαν κάπου τον ορίζοντα.
Διότι σου δίνουν κανόνες.
Η σαγήνη της αβεβαιότητας και η παρουσία της βίας
Και συνοδεύουν τους κανόνες με την απολυτότητα. Όταν αργότερα πήραν τη σκυτάλη τα φιλοσοφικά συστήματα –ο φίλος μας ο Καντ– έδωσαν πάλι το κλειστό του συστήματος. Τώρα, πιο πρόσφατα , ήρθαν οι ψυχολόγοι, που κι αυτοί έχουν το σύστημά τους (ανεξαρτήτων σχολίων) και δίνουν υποβοηθούμενες λύσεις. Μήπως έτσι έχει αδειάσει ο αέρας της φιλοσοφίας;
Πρώτα πρώτα να πούμε ότι ο Καντ υπήρξε μεγάλος. Ούτως ή άλλως δεν θα ήθελα να δώσω με τίποτε την εντύπωση ότι στη φιλοσοφία δεν υπάρχουν εν γένει απολυτότητες. Ιδίως στην ακαδημαϊκή φιλοσοφία και κανόνες θα βρεις και τα πάντα. Το λυπηρό φαινόμενο για μένα είναι ότι, σήμερα, το να πεις «είμαι φιλόσοφος» δεν έχει καμιά σχέση με το τι είδους άνθρωπος είσαι. Μπορεί να κάνεις ηθική φιλοσοφία από τις 9 έως τις 5 και μετά να βαρύνεσαι με τα χειρότερα στον κόσμο. Εννοώ ότι το να κάνεις ηθική φιλοσοφία δεν σε καθιστά πιο ηθικό.
Πολλοί δε φιλόσοφοι –παράδειγμα ο Ντεκάρτ– ψάχνουν για τη βεβαιότητα. Προσωπικά, όμως, δεν πιστεύω καθόλου στη βεβαιότητα. Θεωρώ ότι είναι κρίμα που η αβεβαιότητα είναι η πιο περιφρονημένη έννοια στον κόσμο!
ΔΕΝ ΜΟΥ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΠΑΝΤΩΣ ΟΥΤΕ ΗΘΙΚΟ ΟΥΤΕ ΧΡΗΣΙΜΟ ΟΥΤΕ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟ ΝΑ ΣΚΕΦΘΟΥΜΕ ΤΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΝΟΣ ΚΡΑΤΟΥΣ ΣΑΝ ΤΗΝ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΜΙΑΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ! ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ, Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ, ΔΕΝ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙ ΝΑ ΜΕΓΙΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙ ΚΕΡΔΟΣ. «ΧΑΝΕΙ» ΧΡΗΜΑΤΑ, ΔΙΑΘΕΤΕΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥΣ ΠΟΡΟΥΣ. ΕΠΕΝΔΥΕΙ ΣΤΟ ΜΕΛΛΟΝ, ΣΕ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥΣ ΣΚΟΠΟΥΣ, ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΝΑ ΠΛΗΡΩΣΕΙ ΜΕΡΙΣΜΑΤΑ! ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ ΜΕΓΑΛΗ ΑΥΤΗ Η ΔΙΑΦΟΡΑ. ΚΑΙ, ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ, ΕΧΕΙ ΠΟΛΥ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΕΣ ΕΥΘΥΝΕΣ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ − ΜΕ ΤΟΝ ΛΑΟ ΣΕ ΘΕΣΗ «ΠΕΛΑΤΗ». ΒΑΘΥΤΕΡΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ, ΕΥΡΥΤΕΡΕΣ.
Ενώ δεν θα έπρεπε;
Θα έπρεπε να μας είναι πολύ πιο οικεία. Ζούμε στην αβεβαιότητα και δεν το αναγνωρίζουμε. Δεν το κοιτάζουμε καν.
Τι είναι αυτό; Υπαρξιακός τρόμος;
Είναι πολύ δύσκολο για τον άνθρωπο –ακόμα και σε όποιον πιστεύει όλα αυτά όπως εγώ– να δεχθεί πραγματικά ότι δεν υπάρχει κάποια βάση που να είναι απόλυτη, και αυτό δεν σε αφήνει να πας παρακάτω. Παραμονεύει ο πανικός…
Ζούσαμε πάντα με την αβεβαιότητα, πλην υπήρχαν μηχανισμοί που λειτουργούσαν ανασχετικά; Ενώ τώρα έχουμε εκτεθεί περισσότερο;
Όντως, θεωρώ ότι πάντα υπήρχε αβεβαιότητα. Αλλά πάντα υπήρχε η ώθηση να την παραμερίσουμε – και πολλά φιλοσοφικά συστήματα στοχεύουν ακριβώς να τη βγάλουν την αβεβαιότητα από τη μέση. Η αναλυτική λεγόμενη φιλοσοφία, εκείνη που καλλιεργείται στην Αγγλία και στην Αμερική, αλλά τώρα σιγά σιγά έχει πάει και στη Γερμανία ή την Ελβετία, είναι κάπως δογματική. Υπό την έννοια ότι ψάχνει για τις βάσεις, για κάτι που να μην μπορείς να πας παρακάτω, και που να μπορεί να δικαιολογήσει όλα τα άλλα. Ο Αριστοτέλης το είχε ήδη πει κάπως έτσι.
Αλήθεια, ένα άλλο: ο φιλόσοφος πώς αποδέχεται την πραγματικότητα της βίας; Γιατί βία πάντοτε υπήρχε: ο Σωκράτης το έζησε αυτό άμεσα! Στους Μέσους Χρόνους, στην Αναγέννηση ακόμη το ζούσαν επίσης. ο Ιησούς το πήγε παραπέρα με «το άλλο μάγουλο». Σήμερα, η βία είναι κατεξοχήν παρούσα. Πώς το προσεγγίζει ο φιλόσοφος, το φαινόμενο της βίας.
Δεν υπάρχει εύκολη απάντηση. «Το άλλο μάγουλο» δεν είναι και κακή προσέγγιση, δεν είναι ανάγκη να είσαι χριστιανός για να πιστεύεις στο να στρέφεις το άλλο μάγουλο. Έχουμε βέβαια και το άλλο παράδειγμα: έρχεται η Μυστική Αστυνομία, σπάει την πόρτα και λιώνει τα γυαλιά του φιλοσόφου. Δεν βοηθάει και πολύ να επιχειρηματολογήσεις εναντίον τους. Τι θέλω να πω; Η φιλοσοφία δεν δίνει τελική απάντηση. Πολλές φορές περιμένουμε περισσότερα από τη φιλοσοφία απ’ όσα δύναται να δώσει. Ένας Άγγλος ηθικός φιλόσοφος, ο Μπέρναρντ Ουίλιαμς, έλεγε: «Έχει όρια η φιλοσοφία, ως προς το τι μπορεί να κάνει και σε τι μπορεί να βοηθήσει».
Και είναι, ας πούμε, ο κόσμος του Όργουελ το όριο; Το ζοφερό της πραγματικότητας;
Όχι, για τον Ουίλιαμς η φιλοσοφία, με την έννοια της ηθικής που έχει σήμερα –βασιζόμενη στον Καντ–, δεν μπορεί να σου δώσει ένα παράδειγμα για το πώς να ζεις. Χρειάζεται το κάτι παραπάνω. κι έτσι, ο Ουίλιαμς, που ξεκίνησε ως κλασικός, αναλυτικός φιλόσοφος, διάβαζε Νίτσε στο τέλος της ζωής του. Να πω κάτι προσωπικό: πώς εγώ κατάλαβα ότι… είχα γίνει φιλόσοφος. Στο πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ έχουν ένα τεράστιο κτίριο, έναν ουρανοξύστη με το όνομα «Καθεδρικός Ναός της Μάθησης»/Cathedrial of Learning. Οι φοιτητές βέβαια το λέγαν Tower of Ignorance/«Πύργος της Αγνοίας».
Φιλοσοφία και θετικές επιστήμες
Ωραία αντιστροφή!
Καθόμασταν λοιπόν τα βράδια και το βλέπαμε με ανοιχτά τα φώτα. «Τι κάνουν εκεί; Καθαρίζουν;», «Έχει να κάνει με τη διοίκηση;», «Κάνουν νυχτερινά μαθήματα;» διερωτώμασταν. Μια μέρα ήμουν με έναν φίλο Έλληνα, ο οποίος μάλιστα έκανε Πειραματική Φυσική και, όπως περνούσαμε, λέμε: «Δεν πάμε να δούμε;». Εκείνη τη στιγμή έχασα κάθε ενδιαφέρον. Εφόσον μπορούσε να λυθεί το πρόβλημα, δεν είχε για μένα ενδιαφέρον! Τώρα πλέον είχα γίνει φιλόσοφος. Βλέπετε, πάντα ένα μέρος της φιλοσοφίας θα το περιέγραφα ως «πρωτόγονη θετική επιστήμη». Δηλαδή οι θετικές επιστήμες –οι περισσότερες πάντως– αρχίζουν ως φιλοσοφία. Θέτουν τα ερωτήματα, που στην αρχή είναι χονδροειδή, και εν συνεχεία τα εκλεπτύνουν και τα αναλύουν – αλλ’ όταν πλέον είναι τα ερωτήματα να απαντηθούν, τα απαντούν οι επιστήμονες.
Άλλωστε και ο Αριστοτέλης, όταν πήρε το ψαράκι για να το μελετήσει, μετέβη από τη διερώτηση του φιλοσόφου στην πειραματική του φυσικού επιστήμονα…
Ο Ντεκάρτ κατέληξε να είναι ψυχολογία, η λογική του Ράσελ κατέληξε computer science, η φιλοσοφία της γλώσσας έγινε γλωσσολογία. Τώρα έχουμε τη γνωσιακή επιστήμη και τα σχετικά, που κι αυτή καταλήγει σε ψυχολογία. Δεν είναι όλη η φιλοσοφία έτσι, αλλά πάντα υπάρχει ένα ρεύμα, το οποίο εξελίσσεται σε θετική επιστήμη. Είναι κάτι το πολύ ενδιαφέρον αυτό που συζητάμε. Και τούτο διότι αναδεικνύει ένα πράγμα: ότι δεν υπάρχει κάποιος ενιαίος ορισμός στο τι είναι η φιλοσοφία. Να το δούμε και κυνικά; Ποιοι γίνονται φιλόσοφοι; Αποτυχημένοι μαθηματικοί ή και φυσικοί ή πάλι αποτυχημένοι καλλιτέχνες και κριτικοί. Τα τελευταία χρόνια, πάντως στην Ευρώπη, βλέπουμε τους φιλοσόφους να θέλουν να γίνουν επιστήμονες. Και γράφουμε σαν να είμαστε θετικοί επιστήμονες, οπότε τα γραπτά μας είναι… κατάπτυστα. Αλλά και το να γράφεις με στιλ, αυτό είναι ρητορική, δεν είναι φιλοσοφία.
Οπότε;
Οπότε πολλοί συνάδελφοί μου προσπαθούν να γράψουν όπως ένας νομικός ή ένας κοινωνιολόγος, ένας φυσικός. Τείνει να γίνει γλώσσα της φιλοσοφίας εκείνη στην οποία γράφουν όλοι οι άλλοι. Δεν προσπαθούν να δείξουν ότι είναι ο εαυτός τους.
«Ούτος εκείνος».
Ακριβώς, «ούτος εκείνος». Το άλλο περίεργο με τη σύγχρονη φιλοσοφία είναι ότι –ας πούμε– μέχρι τον 19ο αιώνα, ο φιλόσοφος ήταν παν-γνώστης. Ο Καντ δίδασκε ανθρωπολογία, ο Άνταμ Σμιθ, καίτοι φιλόσοφος, έχτισε τα οικονομικά. Ξαφνικά, αυτό σταματάει: είτε στη Βιέννη με τους λογικούς θετικιστές τύπου Βίτγκενσταϊν, είτε στο Καίμπριτζ με τον Ράσελ και τον Μουρ (μέλη του Bloomsbery Circle), καίτοι ήταν εξαιρετικά μορφωμένοι, όταν έγραφαν φιλοσοφία έγραφαν μόνον για άλλους φιλόσοφους.
Για το σινάφι τους…
Για το σινάφι! Και για θέματα που μόνον εκείνους ενδιαφέρουν. Ο Ράσελ γράφει 106 βιβλία, ή κάτι τέτοιο: τριάντα για φιλοσοφία και πενήντα-εξήντα πόσα για τον γάμο, για την οικονομία – ποτέ όμως δεν βγήκαν μαζί, όλα αυτά! Όταν έγραφε φιλοσοφία, τα κρατούσε χωριστά. Φτάσαμε στο σημείο, πολλοί σημερινοί φιλόσοφοι της αναλυτικής φιλοσοφίας να αντιμετωπίζουν με καχυποψία συναδέλφους τους που τους φαίνονται πολύ εκλεκτικοί κ.ο.κ.
Αλέξανδρος Νεχαμάς υπέρ της τηλεόρασης
Να σας ρωτήσω κάτι εντελώς διαφορετικό; Λέγεται ότι έχετε γράψει καλά λόγια για την τηλεόραση. Την όποια όλοι συμφωνούμε να υποτιμούμε, αν όχι και να καταγγέλλουμε! Μας εξηγείτε τη θέση σας;
Θα το κάνω ιστορικά. Αρχίζω από τον Πλάτωνα, ήδη. Ο οποίος λέει ότι δεν θα πρέπει να επιτρέπεται στους ποιητές να είναι στην πόλη. Πώς μπορεί ο Πλάτων, τόσο μεγάλος ποιητής ο ίδιος, να λέει κάτι τέτοιο; Αν σκεφθούμε τον ρόλο της τραγωδίας, αλλά και του Ομήρου, στην αρχαία ελληνική κοινωνία, αποτελούσαν –ξεκάθαρα– λαϊκή διασκέδαση. Όλοι πήγαιναν στις παραστάσεις τραγωδίας. Με το φαγητό τους μαζί, άμα δεν τους άρεσαν οι ηθοποιοί τους πετούσαν λίγο απ’ αυτό μάλιστα. ο Αλκιβιάδης βγήκε κάποια φορά στη σκηνή και εξεδίωξε τον ηθοποιό που δεν του πήγαινε. Και ποια είναι τα επιχειρήματα του Πλάτωνα; Η τραγική και η επική ποίηση –μας λέει– ταυτίζουν το πραγματικό με το φανταστικό, είναι φτιαγμένες για να προωθούν μόνο το σεξ και τη βία, οπότε καταστρέφουν τη ζωή των ανθρώπων που εκτίθενται σ’ αυτά. Τα ίδια αυτά τρία επιχειρήματα τα έχουμε χρησιμοποιήσει κάθε φορά που ένα νέο μέσο λαϊκής επικοινωνίας και διασκέδασης γίνεται δημοφιλές. Ακριβώς τα ίδια ακούστηκαν τον 19ο αιώνα για το φθοροποιό ηθικά μυθιστόρημα – τα έλεγαν στην Αγγλία «one-handed books» : με το ένα χέρι κρατούσες το βιβλίο, με το άλλο…… Ανάλογα και για τη φωτογραφία, αργότερα για τον κινηματογράφο – καταλήγοντας στην τηλεόραση που αναφέρατε. Τώρα έχουμε το ίντερνετ. Το ζήτημα είναι ότι δεν έχει νόημα να λες «η τηλεόραση είναι καλή ή κακή». Η τηλεόραση είναι ένα μέσο. Το να λες «η τηλεόραση είναι καλή ή είναι κακή» είναι σαν να λες «το γράψιμο είναι καλό ή κακό». Να σας πω όμως και το άλλο: εμείς σήμερα βλέπουμε τις αρχαίες τραγωδίες και λέμε: «Τι μεγαλουργήματα είναι αυτά!». Έχουμε, λοιπόν, διαθέσιμα τριάντα τέσσερα έργα. Οι τρεις μεγάλοι τραγωδοί −το γνωρίζουμε αυτό− έχουν γράψει εκατό έργα ο καθένας. Κάθε χρόνο στην Αθήνα, μόνον στα Διονύσια παρουσιάζονταν τρεις τετραλογίες και επί εκατό χρόνια ανεβάζονταν μόνον καινούργια έργα – μόνο στον Αισχύλο συγχωρούνταν επανάληψη! Αλλά και ο Αισχύλος –μην το παραβλέπουμε!– κάνει προπαγάνδα για την Αθηναϊκή Δημοκρατία. Όπως σήμερα βλέπουμε τους τεράστιους εκείνους ζωγραφικούς πίνακες που κατακρίνουμε «γιατί θα διακοσμήσουν τα λόμπι των πολυεθνικών», έτσι και παλιότερα η Τέχνη είχε πάτρονες – πάντοτε: τη Δημοκρατία στα χρόνια του Περικλή, την Εκκλησία στον Μεσαίωνα, τους ηγεμόνες αργότερα, διαχρονικά. Η τέχνη πάντα υπηρετεί κάποιον. Αυτό επισημαίνει κι ο Νίτσε. Όσον αφορά εμένα, δεν θέλω να γενικεύσω. Βλέπω όχι το μέσο, αλλά το συγκεκριμένο έργο. Ο Πλάτων έχει στον Φαίδρο ένα χωρίο, όπου λέει ότι έρχεται ο Θωδ στον βασιλιά της Αίγυπτου και του λέει: «Βρήκα κάτι καταπληκτικό, το γράψιμο. Θα βοηθήσει τον κόσμο να θυμάται κ.τ.λ., κ.τ.λ.». «Όχι», του απαντά ο άλλος, «το γράψιμο θα κάνει τους ανθρώπους να ξεχνάνε! Δεν θα χρειάζεται να μαθαίνουν και να θυμούνται». Το ίδιο και με την άλλη διαπίστωση: «Το βιβλίο, ό,τι και να το ρωτήσεις, σου λέει το ίδιο πράγμα». Μόνον η συζήτηση οδηγεί κάπου…
Δεν κρίνεται το μέσον, αλλά το περιεχόμενο
Διαχρονική, δηλαδή, η προσέγγιση αυτή.
Το 1980, κάπου εκεί, κυκλοφόρησε στην Αμερική ένα βιβλίο του Νιλ Πόστμαν με τίτλο Amusing ourselves to death (Ψυχαγωγία μέχρι θανάτου), αληθινός λίβελλος κατά της τηλεόρασης, κατά των visual arts. Σ’ εκείνο το βιβλίο, ό,τι έλεγε ο Πλάτων για τον προφορικό λόγο σε σύγκριση με τον γραπτό, το μετέφερε σε ό,τι λεγόταν για τον προφορικό στον σύγχρονο γραπτό λόγο και ό,τι για τον γραπτό λόγο το μετέφερε στην τηλεόραση! Έδωσε δηλαδή ο Πλάτων ένα μοντέλο του πώς μπορείς να επιτεθείς σε κάθε καινούργιο μέσο! Τι κάνεις; Παίρνεις τους σκοπούς του παλιού μέσου, τους θεωρείς δεδομένους και τους μόνους σωστούς – και βλέπεις ότι το νέο μέσο δεν τους εξυπηρετεί.
Οπότε… κακόν! Θα ίσχυε το ίδιο και για τα νέα μέσα; Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ας πούμε;
Η θεωρία μου λέει ναι. Προσωπικά, να πω, τα φοβάμαι κάπως. Ενώ η τηλεόραση μου είναι πιο οικεία. Δεν έχω κατορθώσει να συλλάβω πώς, αν κάθεσαι οχτώ ώρες την ημέρα στην οθόνη να σκοτώνεις ζόμπι, θα φτιάξεις ζωή. Αλλά, βλέπετε, φθάνεις σ’ ένα σημείο στη ζωή σου που λες «αυτό το τεχνικό βήμα, θα με ξεπεράσει!». Όταν γεννήθηκε ο γιος μου, άρχισα να βλέπω τηλεόραση μαζί του – ποτέ ο γιος μου δεν μου ζήτησε να του αγοράσω κάτι που είχε δει στην τηλεόραση ως διαφήμιση.
Γιατί;
Επειδή έμαθε ότι η διαφήμιση είναι φτιαγμένης ακριβώς να σε κάνει να θελήσεις κάτι. Το ζήτημα, λοιπόν, δεν είναι αν βλέπεις. Αλλά πώς βλέπεις. Το ίδιο –πάμε πάλι πίσω– ισχύει με τα μυθιστορήματα. Ο Δυτικός Κανόνας που έγραψε ο Χάρολντ Μπλουμ περιλαμβάνει περίπου 1.000 έργα: αυτά είναι μηδαμινό ποσοστό σε σχέση με όσα έχουν γραφεί. Η μεγάλη πλειοψηφία των έργων τέχνης που έχουν παραχθεί είναι φρίκη.
Trash!
Ακριβώς. Λέμε ζωγραφική και σκεφτόμαστε Τιτσιάνο ή Ρέμπραντ, κι όχι προσωπογραφίες του Έλβις Πρίσλεϊ σε βελούδο ή πίνακες για πάνω από τον μπουφέ… Βλέπουμε, συγκρατούμε μόνο τα καλύτερα. Ανάλογα και με την τηλεόραση. Βέβαια είναι πιο δύσκολο να κάνεις κλασικά έργα για τηλεόραση: άμα ένα αριστούργημα μεταφράζεται σε 7 σεζόν με 150 επεισόδια, είναι κάπως δύσκολο να το ξαναεπισκεφθείς. Αλλά και το Δαχτυλίδι των Νιμπελούγκεν του Βάγκνερ, που είχαν δείξει κάποτε στην τηλεόραση, με έκανε να πάω να αγοράσω την πλήρη κασετίνα του έργου. Έκανε 200 δολάρια, θυμάμαι. Και λέω στην κοπέλα στο ταμείο: «Κοστίζει όσο ένα εισιτήριο στη Met». Και μου λέει: «Μην το τολμήσετε αυτό! Αν βρεθείτε με δεκαεφτά ελεύθερες ώρες, απολαύστε τες αλλιώς». Μεγαλούργημα, ασφαλώς, το Δαχτυλίδι. Αλλά μπορείς πάντα να παρακολουθήσεις τη μια ή την άλλη πτυχή του.
Ξέρετε, ο Τερτυλλιανός λέει στους χριστιανούς: «Μην πάτε στο θέατρο, σας καταστρέφει». Και ο Ακινάτης λέει: «Όταν πάμε πάνω στον Παράδεισο, με μεγάλη χαρά θα βλέπουμε κάτω, να τιμωρούνται οι κακοί». Οι χριστιανοί, μην ξεχνούμε, ήταν γενικότερα εναντίον του θεάματος :μετά όμως είχαμε και μεταξύ τους τη διαφορά μεταξύ ιησουιτών και ιανσενιστών. Οι πρώτοι ήταν υπέρ του θεάτρου.
Λόγω της παιδευτικής του λειτουργίας.
Το θέατρο ανοίγει πάντοτε ορίζοντες. Για την οικονομία δεν είπαμε βεβαίως τίποτα μέχρι τώρα.
Καλύτερα λέτε;
Είδε πριν κάποιες ημέρες στους New York Times ένα φοβερό άρθρο που δείχνει την πορεία της οικονομίας στην Αμερική από το 1990 μέχρι σήμερα. Εκτός από την Κίνα, έχει την πιο ταχεία άνοδο. Όλοι οι άλλοι δείκτες, όμως, πέφτουν: μακροζωῒα, well being, και ούτω καθεξής. Όλοι οι άλλοι δείκτες στην Αμερική, πλην οικονομίας, πάνε προς τα κάτω. Πράγμα που δείχνει κάτι ενδιαφέρον…
Πού οδηγεί αυτό;
Τι να σας πω… Money doesn’t make you happy! Καλύτερα πλούσιος και υγιής παρά φτωχός και ασθενής, εντάξει, αλλά δεν φτάνει το πλούσιος…
Ο ΧΕΝΡΙ ΚΙΣΙΝΓΚΕΡ ΣΤΗΝ ΑΓΡΙΑ ΔΥΣΗ
«Είναι αδύνατο να συμβεί κάποια κρίση την επόμενη εβδομάδα, έχω ήδη γεμάτο πρόγραμμα». Ακαδημαϊκός, διπλωμάτης,…
Η αναζήτηση της ευτυχίας και οι παγίδες της
Αλήθεια, τι ρόλο εκτιμάτε ότι παίζει στην πολιτική –στη δημόσια ζωή– η αναζήτηση της ευτυχίας, της ευδαίμονος ζωής;
Σ’ αυτό το θέμα έχουν επιπέσει οι οικονομολόγοι, βέβαια.
Το είπατε κάπως σαν να «έχει πέσει ακρίδα!»
Λίγο ναι, όντως. Όλο αυτό το well-being που άρχισαν και το μετράνε –δόθηκε και Νόμπελ γι’ αυτό, το 2015, στον Άνγκους Ντίτον– ξεκίνησε με μια συμφωνία με τους μετέχοντες σε έρευνα: να λες όταν σου τηλεφωνούν τι ακριβώς κάνεις και πώς αισθάνεσαι. Κατέληξαν λοιπόν ότι οι χειρότερες εμπειρίες ήταν … το πλύσιμο των ρούχων και η φύλαξη των παιδιών. Είπαν τότε: «Α, δεν είναι αυτός καλός τρόπος μέτρησης!». Άρχισαν λοιπόν να ρωτούν την επόμενη μέρα πώς ήταν η προηγούμενη. Συμπαθάτε με, αλλά δεν είναι αυτό η ευτυχία: δεν είναι μόνο το πώς αισθάνεσαι.
Αλλά;
Είναι και το τι κάνεις. Ένα παράδειγμα: όλοι λένε –κι εγώ το έλεγα, επί χρόνια, προτού καταλάβω το σφάλμα μου– ότι ο ταλαίπωρος ο Νίτσε, μέγιστος συγγραφέας και φιλόσοφος, είχε μια ζωή ταλαίπωρη, έζησε δυστυχισμένος, ήταν άρρωστος, δεν είχε χρήματα, δεν τον αναγνώριζαν. Κάνουμε δηλαδή συχνά αυτόν τον διαχωρισμό: το έργο και η ζωή. Αλλά… για στάσου! Για τους ανθρώπους για τους οποίους μιλούμε, το έργο τους είναι ακριβώς το πιο σπουδαίο.
Είναι δηλαδή Η ζωή!
Αν μου λέγατε εμένα «θα ήθελες να είχες τα προβλήματα ζωής του Νίτσε και να έχεις γράψει τα βιβλία τους» και βέβαια θα τη δεχόμουν αυτή τη συμφωνία!
Συνεπώς;
Ευτυχία δεν είναι το πώς αισθάνεσαι –έχει βέβαια και κάποια σχέση: καλύτερα να αισθάνεσαι καλά παρά άσχημα– είναι πώς έχεις κάνει τη ζωή σου, πώς βιώνεις την ευδαιμονία.
Και λέτε πως αυτό δεν συνδέεται με το πώς σε βλέπουν οι άλλοι…
Και οι άλλοι έχουν έναν ρόλο. Γιατί μπορεί να λέμε ότι δεν πρέπει να εξαρτιόμαστε από τη ματιά των άλλων, αλλ’ εάν δεν εξαρτάσαι από κανένα και δεν σε ξέρει κανείς, πού ξέρω εγώ τι έκανες στη ζωή σου; Λέει ο Νίτσε ότι χρειάζεται η αναγνώριση: δείτε τον ερημίτη, που έζησε μόνος του – δεν θα μπορούσε να είναι καλός; Εντάξει, θα μπορούσε αλλά ΠΩΣ θα ήταν καλός; Δεν ΗΤΑΝ καλός, εσείς τον φτιάξατε!
Άρα, ο καθρέφτης!
Έχουμε ταυτίσει πάρα πολύ την ευτυχία με το υποκειμενικό συναίσθημα. Αλλά δεν είναι μόνον αυτό. Οι αρχαίοι Έλληνες, επανέρχομαι, δεν έδιναν καθόλου σημασία στο υποκειμενικό συναίσθημα: έβλεπαν βασικά το έργο της ζωής.
Και «το δημόσιον πράγμα» μέσα σ’ όλα αυτά; Το ατομικό μέσα στο σύνολο;
Μόνο μέσα σ’ ένα σύνολο μπορεί να λειτουργήσει το όποιο άτομο. Για κάθε άτομο έχει σημασία να είναι σχετικά ικανοποιητικά τα συμφραζόμενα, μέσα στα οποία ζει. Στον δημόσιο βίο, όμως, μπορεί να καταλήξεις ωφελιμιστής. Όταν πρόκειται να αποφασίσω αν θα διαθέσω κονδύλια για να σώσω ένα είδος ψαριού ή για να χτίσω ένα φράγμα, πώς θα σκεφθώ; Πόσοι άνθρωποι θα ωφεληθούν από το φράγμα, πόσοι από το ψαράκι;.
Στην προσωπική μας ζωή δεν είναι τόσο εύκολο. Η ηθική μου λέει ότι πρέπει να φέρομαι σε όλους με τον ίδιο τρόπο – Καντ. Πλην όμως, στους φίλους μου δεν φέρομαι με τον ίδιο τρόπο, όπως φέρομαι στους άλλους. Ο Ε.Μ. Φόρστερ λέει σ’ ένα σημείο: «αν είχα ποτέ να διαλέξω ανάμεσα στο να προδώσω τους φίλους μου ή την πατρίδα μου, ελπίζω να έχω το θάρρος να προδώσω την πατρίδα μου».
, επειδή δεν δίνουμε απαντήσεις. Αυτή είναι η μεγάλη διαφορά μεταξύ –ας πούμε– του δικηγόρου και του φιλοσόφου. Και οι δυο ζουν με επιχειρήματα, όμως ο δικηγόρος οφείλει να καταλήξει κάπου! Ο Πλάτων το λέει: «Εμείς οι φιλόσοφοι δεν δουλεύουμε με την κλεψύδρα». Αντίθετα με τους νομικούς, έστω και τους ρήτορες… Για εμάς, έχει πολύ περισσότερη σημασία το ερώτημα. ” , citation=”” , citation_link=”” ]
Ζόρικο!
Η αιώνα αντίθεση μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού. Που η έκβασή της εξαρτάται από το πώς θα το δουλέψει μέσα του ο καθένας.
Ένα τελευταίο: ζείτε στην Αμερική. Βέβαια στο Πρίνστον, σε ivory tower/ιδιαίτερο περιβάλλον. Όμως, γενικά, εκεί η εξατομίκευση των πραγμάτων έχει όντως κυριαρχήσει; Σε σχέση π.χ. με την Ελλάδα όπου μιλάμε τώρα…
Στην Αμερική η εξατομίκευση αφορά κατά βάσιν τη μοναξιά! Ο κόσμος είναι και ζει απομονωμένος. Το βλέπω και σ’ εμένα: ωραίο πανεπιστήμιο, υπέροχη φύση, το σπίτι μου μέσα στα δένδρα…
Σκίουροι…
Σκίουροι, αλεπούδες, ζαρκάδια. Πάω λοιπόν στο σπίτι, στις 6 ή 7 το βράδυ – τρώμε νωρίς εκεί, στις 9 η ώρα έχουμε τελειώσει. Τι λέτε; Θα πάρω το αυτοκίνητο να οδηγήσω να πάω σ’ ένα καφέ στην πόλη; Ή θα έχω πάρει τηλέφωνο να κανονίσω με φίλους ρωτώντας «τι κάνεις απόψε;» Οι φιλικές συναντήσεις, οι επισκέψεις κλείνονται δυο βδομάδες πριν. Εδώ, στην Ελλάδα, η κοινωνική ζωή είναι παρασάγγας ανώτερη. Βέβαια και στις ΗΠΑ, στις μεγάλες πόλεις είναι διαφορετική η κατάσταση. Εκεί όμως έχουμε άλλα προβλήματα. Πάντως και στις πόλεις ο κόσμος είναι πολύ πιο απομονωμένος απ’ ό,τι εδώ. Όσο κι αν αλλάζει σταδιακά κι εδώ η συνθήκη.