Τουλάχιστον 3 χαρακτήρες

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΟΥΡΚΟΥΛΑΣ: ΟΙ ΠΟΛΕΙΣ ΕΙΝΑΙ ΣΕ ΣΥΝΕΧΗ ΜΕΤΑΒΟΛΗ, ΣΑΝ ΤΗΝ ΚΙΝΟΥΜΕΝΗ ΑΜΜΟ

Φωτ. Τάκης Διαμαντόπουλος
Φωτ. Τάκης Διαμαντόπουλος
Ο ομότιμος καθηγητής Αρχιτεκτονικής, επικεφαλής του αρχιτεκτονικού γραφείου Kokkinou+Kourkoulas συζητά με την Οικονομική Επιθεώρηση για την κρυφή ατζέντα του μοντερνισμού και την ελληνική ιδιαιτερότητα. «Για να κατορθώσουμε να είμαστε δημιουργικοί, πρέπει πρώτα να αγαπήσουμε εκείνο που έχουμε», υποστηρίζει. 

Είναι η Αθήνα μια άσχημη και αβίωτη πόλη, μια πόλη που κανονικά θα έπρεπε να γκρεμιστεί και να ξαναχτιστεί, κατά το συνήθως λεγόμενον; Ή μήπως η ιδιαιτερότητα και η ιδιοτυπία της άναρχης ανάπτυξής της, η απουσία του βιομηχανικού υπόβαθρου και η αιρετική διαφορετικότητα των κτισμάτων της θα μπορούσαν να αναγνωσθούν με έναν διαφορετικό τρόπο; Η Οικονομική Επιθεώρηση συνάντησε τον Ανδρέα Κούρκουλα, ομότιμο καθηγητή Αρχιτεκτονικής, επικεφαλής του αρχιτεκτονικού γραφείου Kokkinou+Kourkoulas και υπογράφοντα σημαντικών πολιτιστικών έργων −μεταξύ άλλων του κτιρίου του Μουσείο Μπενάκη της οδού Πειραιώς−, κτιρίων γραφείων, αλλά και κατοικιών στην πρωτεύουσα αλλά και αλλού. Είχαμε μαζί του μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συζήτηση για την κρυφή ατζέντα του μοντερνισμού και την ελληνική ιδιαιτερότητα. «Για να κατορθώσουμε να είμαστε δημιουργικοί, πρέπει πρώτα να αγαπήσουμε εκείνο που έχουμε», υποστηρίζει. 

Η ανάδυση της μοντέρνας πολεοδομίας

Να ξεκινήσουμε τη συζήτησή μας με μια κάπως σουρεαλιστική διερώτηση; Άμα εξετάζουμε τον ρόλο της αρχιτεκτονικής στην πόλη, τον λόγο έχει ο αρχιτέκτονας; Ο πολιτικός μηχανικός/κατασκευαστής−παλιά ο εργολάβος; Ο πολεοδόμος; Ή τον λόγο έχει η νοικοκυρά που δίνει αντιπαροχή το οικογενειακό οικόπεδο; Ποιος παρήγαγε τελικά εκείνο μέσα στο οποίο ζούμε; 

Δείτε: οι πόλεις ήταν αντικείμενα σχεδιασμού όπου εμπλέκονται πλήθος ιδιοτήτων – οικονομολόγοι, κοινωνιολόγοι, πολιτικοί. Όμως η τελική διαμόρφωση γινόταν από αρχιτέκτονες. λίγο πριν από τον Β׳ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά, φτιάχτηκε ένα νέο είδος, αυτό που λέμε πολεοδόμος. Δηλαδή αρχιτέκτονες που είχαν εξειδίκευση ως πολεοδόμοι.

 Οι Δοξιάδηδες του κόσμου τούτου …

Ναι, οι περιπτώσεις Δοξιάδη σε ένα επίπεδο. Εμφανίζεται ήδη ένα μεγάλο κίνημα, το οποίο κυρίως έχει να κάνει με τη Βιομηχανική Επανάσταση και μετά, τότε που προκύπτει υπερσυγκέντρωση πληθυσμών – ένα καινούργιο φαινόμενο. Έτσι έχουμε τη βιομηχανική πόλη: πρέπει να συγκεντρωθούν πλήθος άνθρωποι, αναγκαίοι για τη λειτουργία της οικονομίας.

Εργατικά χέρια, με άλλα λόγια.

Έτσι λοιπόν αρχίζουν να σχεδιάζονται οι πόλεις και να φτιάχνονται δόγματα για το πώς πρέπει να σχεδιαστεί η βιομηχανική πόλη: μπορεί να έχουμε το φαινόμενο ήδη πριν από τον Μεσοπόλεμο, αλλά κορυφώνεται η ανάδυση της πολεοδομίας μετά τον πόλεμο. Τι είναι η μοντέρνα πολεοδομία; Ένα τμήμα της αρχιτεκτονικής που εξειδικεύεται στην πόλη.

Ενώ το κίνημα Μπάουχαουζ, ο Γκρόπιους το προσεγγίζει αυτό μόνον έμμεσα…

Η εξειδίκευση στην πολεοδομία άρχισε να ενσωματώνει θέματα οικονομίας, κοινωνιολογίας, συγκοινωνιολογίας – όλα αυτά. Κορυφώνεται αυτό με τον μεγάλο, για μας, αρχιτέκτονα, τον Λε Κορμπυζιέ. Αυτός ήταν που εξέφρασε το όραμα της καινούργιας πόλης. Το όραμα εκείνο καθοδήγησε οικιστικά όλη την Ευρώπη –λιγότερο την Αμερική– μετά τον πόλεμο. Όλες οι κατεστραμμένες πόλεις, που αναγκαστικά ανοικοδομήθηκαν, πήραν τον δρόμο εκείνου που ονομάσαμε μοντέρνα πολεοδομία, η κύρια φυσιογνωμία της οποίας ήταν βιομηχανική.

Βέβαια, αν πάει κανείς σήμερα στις πόλεις-κοιτώνες του Λε Κορμπυζιέ, βλέπει ότι –κάποιες δεκαετίες αργότερα– κατέληξε να είναι καταστροφική!

Η απόλυτη καταστροφή. Αν πάρει κανείς την ιστορία της μοντέρνας πολεοδομίας, από τον πόλεμο και μετά, είναι ζήτημα αν έχει επιβιώσει ένα 30% των κτισμάτων που οικοδομήθηκαν τότε. Και, ξέρετε, ένα κτίριο χτίζεται κανονικά για 100 χρόνια, αν όχι για αιώνες! Εκείνα τα κτίρια απέτυχαν παταγωδώς. Κοινωνικά πρώτα πρώτα.

Ο ΛΕ ΚΟΡΜΠΥΖΙΕ ΕΞΕΦΡΑΣΕ ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΤΗΣ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΑΣ ΠΟΛΗΣ, ΠΟΥ ΚΑΘΟΔΗΓΗΣΕ ΟΙΚΙΣΤΙΚΑ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ. ΟΛΕΣ ΟΙ ΚΑΤΕΣΤΡΑΜΜΕΝΕΣ ΠΟΛΕΙΣ, ΠΟΥ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΑ ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΘΗΚΑΝ, ΠΗΡΑΝ ΤΟΝ ΔΡΟΜΟ ΕΚΕΙΝΟΥ ΠΟΥ ΟΝΟΜΑΣΑΜΕ ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑ. ΟΜΩΣ ΕΙΝΑΙ ΖΗΤΗΜΑ ΑΝ ΕΧΟΥΝ ΕΠΙΒΙΩΣΕΙ ΕΝΑ 30% ΤΩΝ ΚΤΙΣΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΟΙΚΟΔΟΜΗΘΗΚΑΝ ΤΟΤΕ. ΚΑΙ, ΞΕΡΕΤΕ, ΕΝΑ ΚΤΙΡΙΟ ΧΤΙΖΕΤΑΙ ΚΑΝΟΝΙΚΑ ΓΙΑ 100 ΧΡΟΝΙΑ, ΑΝ ΟΧΙ ΓΙΑ ΑΙΩΝΕΣ! ΕΚΕΙΝΑ ΤΑ ΚΤΙΡΙΑ ΑΠΕΤΥΧΑΝ ΠΑΤΑΓΩΔΩΣ. ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΠΡΩΤΑ ΠΡΩΤΑ.

Κοινωνικά;

Το κατάλαβε πολύ νωρίτερα και καλύτερα από εμάς τους αρχιτέκτονες ο κινηματογράφος, ο οποίος και το αποτύπωσε. Να το συμπυκνώσω: η υπερσυγκέντρωση πληθυσμών, που ήταν η προϋπόθεση για τη βιομηχανική πόλη –δεν μπορείς να ζεις εδώ και να δουλεύεις δεκάδες χιλιόμετρα μακριά– οδήγησε σε μια αναθεώρηση του τι σημαίνει πόλη. Ριζική αναθεώρηση.

Εκείνο που μπήκε στην πλάστιγγα στη σκέψη του Λε Κορμπυζιέ, και σημαντικών Αμερικανών πολεοδόμων –τα συγκοινωνιακά, τα περιβαλλοντικά, το διαβόητο zoning (αλλού η αγορά, αλλού η κατοικία, αλλού η εστίαση, αλλού το πράσινο που πρέπει να εξασφαλιστεί)– συνόδευσε κάτι άλλο, το οποίο κατά τη γνώμη μου δεν ειπώθηκε ανοιχτά, όμως θα επιτελέσει την κρυφή ατζέντα της εποχής.

Που ήταν;

Ήταν, επιτρέψτε μου να το πω έτσι, η ιδέα της μοναξιάς. Το εργοστάσιο –η βιομηχανική κατάσταση γενικότερα– εγκυμονεί κινδύνους όταν συνειδητοποιηθεί η δύναμη των εργαζομένων.

Το συνδικάτο ως κίνδυνος, δηλαδή.

Ακριβώς: η μεγάλη απειλή για το εργοστάσιο είναι η μαζικοποίηση του εργάτη. Αυτό, στην εργοστασιακή κατάσταση, δεν ήταν δυνατόν να αποφευχθεί, τουλάχιστον να μην επαναληφθεί, και στην κατοικία! Αν άφηνε η πόλη να διαμορφωθεί μια κατάσταση όπου οι μάζες των εργαζομένων θα κοινωνικοποιούνταν εκεί όπου ζούσαν, θα ήταν μια βόμβα στην αναπαραγωγή του συστήματος. Παρήχθησαν λοιπόν πόλεις που είχαν καταπληκτικές υποδομές, πρωτοφανείς κοινωνικές παροχές, πράσινο, απουσία κίνησης, μη επιβάρυνση από οχλήσεις…

H πόλη της μοναξιάς

… αλλά όχι γειτονιά!

Όλα αυτά με διάφορα μοντέλα, με πολύ καλές προθέσεις αν θέλετε, με αριστερό πρόσημο πολύ συχνά – η πολεοδομία ήταν σοσιαλιστική εφεύρεση, εντάξει; Ξεδιπλώθηκε από τη Μόσχα μέχρι το Λονδίνο– αλλά βιομηχανία /υπερσυγκέντρωση/γκετοποίηση, ώστε να μην υπάρχει κοινωνικότητα στην κατοικία. Έτσι, δεν θα υπήρχε η απειλή να πηγαίνουν οι εργαζόμενοι μετά τη δουλειά και να μιλάνε, ακόμα και να κουτσομπολεύουν, να συζητάνε και να συγκροτούν κοινωνικές ομάδες.

Συνειδητά αυτά; Ή κατέληξαν έτσι να λειτουργούν; Γιατί στη Γαλλία, πάντως στις επαρχιακές πόλεις, κάθε τόσο είχαν μια γιορτή, είχες το bal/δυο τρεις φορές τον χρόνο. στην Ιταλία, ακόμα και στη Ρώμη, η μικρή πλατεία λειτουργεί ανάλογα.

Ναι, αλλά πήγαινε στο Παρίσι έξω από τον Περιφερειακό! Όντως, οι παλιές πόλεις εξελίχθηκαν όπως το περιγράφεις: ένα μελίσσι, που ανά εποχές βρίσκει κοινούς τόπους, κοινές ευκαιρίες συνύπαρξης και έκφρασης, τις μουσικές, τα πάντα. Όμως πριν περιέγραφα τις νέες πόλεις ή τις συνοικίες που δημιουργήθηκαν «εκτός των τειχών»: δείτε ακριβώς στο Παρίσι. Ή δείτε την Αγγλία ,που ξεκινάει από τα μικρά σπιτάκια, τα διώροφα, τα semi-detached κ.τ.λ. και μετά τον πόλεμο πάει σε μεγάλα συγκροτήματα. 

Όταν είχαμε πρωτοβρεθεί στο Λονδίνο, είχαμε πάει –θυμάμαι– σε ένα μικρό σπιτάκι στο Νότινγκ Χιλ, το ’χε μάλιστα ένας δάσκαλος και εμείς μέναμε στο ημι-υπόγειο. Δίπλα είχε πέσει βόμβα στον πόλεμο και είχαν διαλυθεί δύο οικοδομικά τετράγωνα, τα οποία είχαν αναλάβει εκεί μοντερνιστές πολεοδόμοι να τα διευθετήσουν. 

Και τι απέδωσε ο σχεδιασμός;

Ήταν ένα τείχος γύρω γύρω, μια μάντρα με μεγάλες μπάρες ως κτίρια –λιγάκι σαν τα δικά μας τα Προσφυγικά, σε άλλο μέγεθος– πύλη εισόδου για να μπεις. Μέσα, κλίμα εγκλεισμού φυλακής! Όποιος μπορούσε να φύγει, έφευγε τρέχοντας! Αυτά όλα εξαφανίστηκαν. Το συγκεκριμένο, στην άνθηση των Χρηματιστηρίων –δεκαετία του ’90– ενώ ήταν έτοιμοι να το γκρεμίσουν, το πήρε μια εταιρεία, το άλλαξε εκ βάθρων…

Gentrification, δηλαδή!

… πήγαν νέοι του Χρηματιστηρίου, εκείνοι που τότε έβγαζαν τα πολλά λεφτά, άλλαξαν τις όψεις, κράτησαν τις πύλες, έγινε gated community. Εκεί δεν είναι πλέον λαϊκά στρώματα, άνθρωποι που βασίζονται σε επιτόπου γνωριμίες και σε εγγύτητα στις συναντήσεις. Ανήκουν στην ανώτερη τάξη/upper class, σαν τους δικούς μας της Εκάλης, που καλεί ο ένας τον άλλο να πάει στη θάλασσα/στο Καβούρι και συναντώνται. Αυτό είναι το άλλο πρότυπο, το πρότυπο του προαστίου. Γύρω γύρω πράσινο, τοίχος, δεν θέλω να ξέρω τον άλλο/τον γείτονα. Και δεν βασίζεται η κοινωνική μου συνοχή στον γείτονα, αλλά σε ένα δίκτυο που δεν είναι τοπικό. Ενώ στην Καισαριανή η λειτουργία ήταν διαφορετική.

Η ιδιαιτερότητα της αντιπαροχής

Πάμε λοιπόν στην άλλη άκρια της αρχικής ερώτησης. Κάποια στιγμή μιλούσα με τον Νίκο Δεσύλλα, ιστορικό πρόεδρο του ΤΕΕ, και μας εκμυστηρευόταν πόσο είχε μετανιώσει για τη μαχητική στράτευσή του ενάντια στην αντιπαροχή –όπως λίγο πολύ όλοι μας, άλλωστε– της μεθόδου ανοικοδόμησης που παρήγαγε την Αθήνα όπως τη γνωρίζουμε. Με τις ομοιόμορφες πολυκατοικίες που δεν είναι και ομοιόμορφες, με ευθύνη κατασκευής του εργολάβου, που «πήρε και έναν αρχιτέκτονα», με τη συνεχή δόμηση. Και ακολούθησαν εντέλει και οι άλλες πόλεις ανά την Ελλάδα…

Υπάρχουν αλήθεια ευαίσθητοι άνθρωποι που διαπιστώνουν ότι εκεί που στρατεύθηκαν το πράγμα πήγε αλλιώς. Η γενιά μου βγήκε από το Πολυτεχνείο και έλεγε το «ένας σεισμός μας σώζει, η πόλη είναι αβίωτη, άμα γκρεμιστεί θα την ξαναφτιάξουμε στα μέτρα της μοντέρνας πολεοδομίας». Να το θέσω πολύ απλά: η αντιπαροχή είναι ένα φαινόμενο ιδιότυπα ελληνικό, ελληνική πατέντα χωρίς όμοιό της αλλού στον κόσμο. Παρόμοιες μορφές θα συναντήσεις κανείς, αλλά μόνο σε μικρή κλίμακα, π.χ. στην Τουρκία, αλλού στη Μεσόγειο. Αλλού, λειτουργούν μεγάλες εταιρείες που οικοδομούν ολόκληρα τετράγωνα, κινητοποιούν πόρους…

… χρηματοδοτούνται από τράπεζες…

Ακριβώς, μπορεί βέβαια κάπου να υπάρχει και κρατική πρωτοβουλία ή της τοπικής αυτοδιοίκησης, κυρίως όμως εταιρείες. Όταν βρέθηκα για μεταπτυχιακό στο Λονδίνο, είχαμε να κάνουμε εργασίες σε διάφορα θέματα. Ένα ήταν οι πόλεις: Γερμανός καθηγητής, ρωτάω: «Τι να κάνω;». Μου απαντά: «Δες για τις μεσογειακές πόλεις, για την Ελλάδα, δεν ξέρουμε πώς λειτουργείτε».

Ψάχνω για την αντιπαροχή, δεν υπάρχει όμως καν ως λέξη. Προσπαθώ με τα αγγλικά μου που ήξερα την εποχή εκείνη να εξηγήσω, εκείνος δεν καταλαβαίνει. Φωνάζει έναν Βραζιλιάνο βοηθό που είχε, σκεπτόμενος «Αυτοί οι τριτοκοσμικοί θα τα βρούνε». Εξηγώ του Βραζιλιάνου, κάγκελο κι αυτός! «Δεν έχουμε τέτοιο πράγμα». Αυτά, το 1980 κάτι.

Λίγο μετά το 2000 φεύγει μια φοιτήτρια δική μας, του ΕΜΠ, και πάει για μεταπτυχιακά στο Κολούμπια. Καθηγητής της ο θρυλικός Κένεθ Φράμπτον – πέθανε πρόσφατα, στα 93 του, ο πάπας της ιστορίας της μοντέρνας αρχιτεκτονικής. Αυτός ήταν πιο ψυλλιασμένος: όταν βγήκε στα ελληνικά ένα κλασικό του βιβλίο, έγραψε ειδικό πρόλογο που ήταν ένας ύμνος στην Αθήνα! «Δεν υπάρχει τέτοια πόλη αλλού». Αυτό κάπως τάραξε τα νερά, άρχισαν αρχιτέκτονες και πολεοδόμοι αλλού να λένε «Κάτι διαφορετικό έχει γίνει εκεί πέρα».

Η δική μας λοιπόν απόφοιτος κάνει διδακτορικό για την αντιπαροχή. Και στην παρουσίαση του διδακτορικού της γίνεται το έλα να δεις! Παθαίνουν σοκ οι Αμερικάνοι. Όταν τους το περιέγραφα εγώ, με ρωτούσαν: «Και πού είναι οι τράπεζες;», «Και με τι συμβόλαια;». Πού να τους εξηγήσεις ότι συχνά αρκούσε μια χειραψία για συμφωνία, «Πάρε τα σχέδια, υπογράφουμε»… Και μ’ αυτό το μοντέλο, φθάνει η Ελλάδα –πριν από την κρίση– να είναι η δεύτερη χώρα στην Ευρώπη ως προς την ιδιοκατοίκηση. Εκεί, όσο και να ’ναι, σκέφτεσαι: Κάτι λοιπόν λειτούργησε!

Αλλά οι διαμαρτυρίες δεκαετιών;

Μπορεί να είναι χάλια το στιλ αυτής της πολυκατοικίας, έτσι όπως είναι απόλυτα άσχετη η μια με τη διπλανή. Αλλά έφτασε να καλύψει τις ανάγκες στέγασης μιας χώρας. Αν είχε αναλάβει το κράτος να χτίσει, θα ήταν επί δεκαετίες στους δρόμους. Και δείτε την ποιότητα κατοίκησης: μπάνια, χώροι, μπαλκόνια. Βγαίνει δεύτερη σε ιδιοκατοίκηση η Ψωροκώσταινα, ενώ άλλες χώρες με ασύγκριτα καλύτερο δυναμικό –οικονομικό και τεχνικό– ταλαιπωρούνταν.

Τα μέτωπα της ανθεκτικότητας

Ανθεκτικότητα της κατασκευής; Σε Γαλλία και Αγγλία ζήσαμε συχνά σε σπίτια, ίσως ταλαιπωρημένα, αλλά ηλικίας άνω του αιώνα…

Η ανθεκτικότητα είναι ένα μεγάλο ερώτημα, γιατί η διαδικασία παραγωγής που είχαμε εδώ με την αντιπαροχή δεν περιέλαβε κρατικό έλεγχο. Γνωρίζουμε ότι το μπετόν είναι πέτρα, αλλά για την αντοχή του στον χρόνο παίζει ρόλο ο οπλισμός που χρησιμοποιείται: άμα δεν πέσει σωστά, έχει οξείδωση που επηρεάζει την αντοχή. Γνωρίζουμε όλη την εικόνα της οικοδομής με τον κουβά, άντε με το αναβατόριο. Είναι και η κοκκομετρία των χαλικιών του μείγματος. Υπάρχουν λοιπόν κατασκευές που δεν είναι καλά ελεγμένες, όντως. Όμως, ξέρετε, μετά από κάθε σεισμό, έσφιγγαν οι κανονισμοί. Πέραν τούτου, μετά από κάποια στιγμή εμφανίζεται η μπετονιέρα/ η βαρέλα, οπότε το μπετόν είναι πλέον προελεγχόμενο από εκεί που παράγεται. Υπάρχει κάποια τυποποίηση… Άλλοι λένε ότι η δεκαετία του ’80 αποτελεί το σημείο καμπής, με τους σεισμούς, με την αυστηροποίηση των προδιαγραφών. Αλλά δεν είμαι ειδικός σε αυτά. Εκείνο που μας σώζει, πάντως, είναι ότι εμείς χτίσαμε οικοδομικό τετράγωνο. Αυτό λειτούργησε σωτήρια στην περίπτωσή μας.

Δηλαδή;

Ο μοντερνισμός απαιτούσε ελεύθερα κτίρια. Και πήγαινε αναγκαστικά καθ’ ύψος. Γιατί; Διότι, για να απελευθερώσεις έδαφος, για πράσινο και για κοινούς χώρους, θα χρειαστεί να πας σε δεκαώροφα κτίρια. Εμείς μείναμε στην προηγούμενη φάση, χτίζαμε οικοδομικά τετράγωνα – το Παρίσι «εντός των τειχών» κατά κάποιον τρόπο. Είχαμε την προσέγγιση του μπακλαβά, συνεχές σύστημα. Το αντίθετο των προαστίων, με άλλα λόγια. Ε λοιπόν το συνεχές σύστημα –αλλά και η ίδια η διαφορετικότητα από πολυκατοικία σε πολυκατοικία, κρίσιμη κοινωνική παράμετρος αυτή η διαφορετικότητα, γιατί κανείς δεν θα πάρει τον ίδιο εργολάβο να του χτίσει σαν τον διπλανό– λειτουργεί προστατευτικά.

Το «δικό μου», δηλαδή χρησιμεύει…

Πιστέψτε με, αν δεν υπήρχαν οι κανονισμοί των πολυκατοικιών, ούτε τέντα δεν θα υπήρχε ομοιόμορφη από μπαλκόνι σε μπαλκόνι! Ούτε κάγκελο ή πόρτα εισόδου με ομοιομορφία. 

«Θέμα ταυτότητας»

Τι είναι αυτό που λειτουργεί, δηλαδή;

Πρόκειται για θέμα ταυτότητας. Κάτι που μας διαφοροποιεί από τις βιομηχανικές κοινωνίες. Έχω φοιτητές που εργάζονται και ζουν στην Ελβετία ή στην Αγγλία, και μου λένε: «Υπάρχει εδώ το οργανωμένο γραφείο, σχεδιάζει τρία ή τέσσερα οικοδομικά τετράγωνα. Μια εξώπορτα. Ένα κάγκελο. Ένα παράθυρο – όλα τυποποιημένα». Εδώ, έρχεται η εταιρεία με τα κουφώματα και της λες: «Μπορείς να μου το κάνεις λίγο έτσι, και να έχουμε εκείνο το χρώμα κ.τ.λ.;». Είναι μια ανάγκη διαφοροποίησης που διακατέχει όλη την ελληνική κοινωνία, δεν θα την βρεις πουθενά αλλού. Αν το πάρεις, οικονομικά, αυτό, είναι τρέλα. Το κόστος της κατασκευής ξεφεύγει.

Το αντίστροφο των οικονομιών κλίμακας!

Θα ήταν μισό το κόστος, συν η δυνατότητα προκατασκευής για όλα.

Μήπως όμως το ζούμε τώρα, ανάλογα, και στην αρχιτεκτονική των προαστίων; Βαλσαμάκης, στα πάνω της γκάμας, για παράδειγμα…

Σίγουρα το ζούμε αυτό. Εδώ η έννοια της διαφοροποίησης είναι σημάδι της μη βιομηχανικής κοινωνίας (που είναι η ελληνική) και απέτρεψε οποιαδήποτε μεγάλη εταιρεία να προχωρήσει. Οτιδήποτε επιχειρήθηκε σε μεγάλη κλίμακα, απέτυχε παταγωδώς. Θέλουμε να είμαστε «εγώ». Έχουμε λοιπόν από τη μια μεριά την πόλη, από την άλλη το προάστιο – που είναι ο αντίποδας στην ιδέα της πόλης. Η πόλη είναι πυκνότητα −ο ένας πάνω στον άλλο− και κοινωνικότητα, το προάστιο σημαίνει αραίωση − ο καθένας μόνος του και κοινωνικές τάξεις που δεν θέλουν να έχουν τοπικές κοινωνικές επαφές, αλλά διατοπικές.

Ο ΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΣ ΑΠΑΙΤΟΥΣΕ ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΚΤΙΡΙΑ. ΚΑΙ ΠΗΓΑΙΝΕ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΑ ΚΑΘ’ ΥΨΟΣ, ΓΙΑ ΝΑ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΕΙ ΕΔΑΦΟΣ ΓΙΑ ΠΡΑΣΙΝΟ ΚΑΙ ΓΙΑ ΚΟΙΝΟΥΣ ΧΩΡΟΥΣ. ΕΜΕΙΣ ΜΕΙΝΑΜΕ ΣΤΗΝ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΦΑΣΗ, ΧΤΙΖΑΜΕ ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΑ ΤΕΤΡΑΓΩΝΑ. ΕΙΧΑΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΜΠΑΚΛΑΒΑ, ΣΥΝΕΧΕΣ ΣΥΣΤΗΜΑ. ΑΥΤΟ –ΑΛΛΑ ΚΑΙ Η ΙΔΙΑ Η ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑ ΑΠΟ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑ ΣΕ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑ, ΚΡΙΣΙΜΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΣ ΑΥΤΗ Η ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑ, ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΘΑ ΠΑΡΕΙ ΤΟΝ ΙΔΙΟ ΕΡΓΟΛΑΒΟ ΝΑ ΤΟΥ ΧΤΙΣΕΙ ΣΑΝ ΤΟΝ ΔΙΠΛΑΝΟ– ΛΕΙΤΟΥΡΓΕΙ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΤΙΚΑ. ΠΙΣΤΕΨΤΕ ΜΕ, ΑΝ ΔΕΝ ΥΠΗΡΧΑΝ ΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΤΩΝ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΩΝ ΟΥΤΕ ΤΕΝΤΑ ΔΕΝ ΘΑ ΥΠΗΡΧΕ ΟΜΟΙΟΜΟΡΦΗ, ΑΠΟ ΜΠΑΛΚΟΝΙ ΣΕ ΜΠΑΛΚΟΝΙ!

«Έχω το δίκτυό μου»

Έχω το δίκτυό μου, το οποίο είναι υπερτοπικό όμως. Ενώ στα πιο λαϊκά στρώματα, η κοινωνική τους συνοχή βασίζεται στον τόπο. Στην πλατεία, στο χωριό.

Και στη μια περίπτωση, και στην άλλη, είναι πλούτος η διαφορετικότητα;

Είναι κοινωνικό χαρακτηριστικό. Είναι το πλεχτό, δεν θέλω το βιομηχανικό πουλόβερ. Θέλω το διαφορετικό από το άλλο. Η βιομηχανία έθεσε το θέμα της ομοιομορφίας: φθηνό, τεχνικά αξιόπιστο. Η ελληνική κοινωνία αρνήθηκε το βιομηχανικό πρότυπο. Ξέρετε, επί δικτατορίας επιχειρήθηκε να στηθούν εταιρείες προκατασκευής. Απέτυχαν, όλες…

Ερμηνεία;

Η Χούντα έβλεπε όλους αυτούς τους ανθρώπους του κατασκευαστικού τομέα, οικοδόμους, αριστερούς που έστρωναν τα πεζοδρόμια ως ένα ρεμπέτ ασκέρι. Ο οικοδόμος ήταν στον αντίποδα του εργοστασιακού εργάτη. Ένας εργολάβος, μια ομάδα, κάποιοι τεχνίτες – τη μια εδώ, την άλλη εκεί, ξέφραγο αμπέλι.

Άρα απρόβλεπτο, άρα ανεξέλεγκτο…

Ακριβώς, απρόβλεπτο. Ενώ στη βιομηχανία… μέθοδος! «Θα παράγουμε σπίτια». Οπότε κάθε προκατασκευή, ή και τυποποίηση γενικότερα, στην Ελλάδα απέτυχε οικονομικά. Απέτυχε όμως ήδη και κοινωνικά. Ας δούμε τον ορισμό του οικοπέδου μου: υπάρχει πουθενά ίδιο οικόπεδο; Σου πουλάω ένα οικόπεδο που μπροστά είναι τρεις φορές πάντως πιο φαρδύ, πίσω κάνει μια στροφή έτσι…

Επιφανείας «ως έγγιστα» τόσα στρέμματα όπως έγραφαν τα παλιά συμβόλαια.

Η πόλη, σε διαρκή μεταβολή

Η σύγχρονη παρέμβαση στην πόλη, την οποία είχαμε μάθει να μισούμε και τώρα την ξανασκεφτόμαστε, πώς προχωράει; Έρχονται οι νεότερες γενιές αρχιτεκτόνων και κάνουν είτε κτίρια διαφορετικά –που έως και σοκάρουν με τη διαφορετικότητα, την ιδιορρυθμία σε σχέση με την καθιερωμένη δόμηση– είτε πάλι παίρνουν παλιά κτίρια, έως και μνημειακά (παράδειγμα το Αρχαιολογικό Μουσείο) και πάνε να τα επανεφεύρουν, να τα επανεντάξουν. Ή παίρνουν την Πινακοθήκη του Μίμη Φατούρου και βάζουν επάνω και γύρω ένα πρόσθετο. Αυτό, τι είναι;

Οι πόλεις είναι σε συνεχή μεταβολή. Είναι σαν την κινούμενη άμμο. Δεν πρόκειται για στατικό φαινόμενο. Μόνο που οι χρόνοι είναι πολύ αργοί και εμείς νομίζουμε ότι ζούμε κάτι παγιωμένο. Η πόλη εξελίσσεται με τον δικό της ρυθμό. Μετά τα βράχια, είναι οι πόλεις. Όμως, για να κατορθώσουμε να είμαστε δημιουργικοί, πρέπει πρώτα να αγαπήσουμε εκείνο που έχουμε. Η παλιά εκείνη στάση του «με την Αθήνα, ένας σεισμός μας σώζει!» μας έκανε να είμαστε παθητικοί. Έπεσε τη δεκαετία του ’80 και η μόλυνση, η περιβαλλοντική επιβάρυνση με τα αυτοκίνητα –πραγματικό πρόβλημα– και η Αθήνα μισήθηκε ακόμα περισσότερο. «Πάμε να φύγουμε!» και φύγαν πολλοί για τα προάστια. Μεζονέτες… «Πού να χτίσεις οικογένεια στην Κυψέλη;».

Όμως βλέπουμε τον τροχό να γυρνάει τώρα!

Όντως, βλέπουμε τον κόσμο να επιστρέφει στην Κυψέλη. Ανακάλυψαν οι μαύροι μετανάστες τη Φωκίωνος Νέγρη και την έκαναν δικό τους κέντρο, αλλά βαθμιαία δημιουργείται εκεί μια άλλη ισορροπία: συνύπαρξη μεταναστών και παλιννοστούντων Αθηναίων. Δείτε και το Παρίσι: Μπομπούρ, σε κάποια φάση το Μαραί… −περιοχή μεταναστών, κοινωνικό πρόβλημα, «Θα αλλάξει η σύνθεση της πόλης»−, πέφτει μια αρχιτεκτονική βόμβα και αλλάζει η πορεία των πραγμάτων.

Αναφέρατε το Μουσείο στην περίπτωσή μας. Εκεί θα δείτε την όλη περιοχή –ακόμα και με τα έργα του Μετρό– να αλλάζει. Πεδίο του Άρεως, Εξάρχεια, Μουσείο: θα αναβαθμιστεί μια ολόκληρη περιοχή που έχει ήδη αρχίσει να αλλάζει ξεκινώντας από την Κυψέλη. Η παλιά μεγαλοαστική περιοχή – υπέροχα κτίσματα που μερικά γνώρισαν εγκατάλειψη από τους αστούς και καταλήφθηκαν από τους μετανάστες, και τώρα νέα αλλαγή. Στο μεταξύ, όσο θα μπαίνουν στη ζωή μας και τα καθαρά αυτοκίνητα, θα υποχωρεί και η περιβαλλοντική επιβάρυνση. Δεν λέω ότι είναι εύκολη η αλλαγή μιας περιοχής, αλλά πλέον το γκέτο που πήγε να δημιουργηθεί ανοίγει.

Gentrification; «Εξευγενισμός» περιοχής; Είναι απειλή; Είναι λύση; Γκάζι, Ψυρρή, Εξάρχεια…

Είναι κι αυτό θέμα, αλλά… έχει γίνει πλέον και μια καραμέλα αυτή η αρνητική αναφορά. Η μονοκαλλιέργεια, η γκετοποίηση είτε των εύπορων στρωμάτων είτε των φτωχών ανθρώπων μπορεί να δημιουργεί προβλήματα. Όμως και η εναντίωση στην gentrification είναι εν πολλοίς αδιέξοδη στάση. Είπατε τα Εξάρχεια: επιτρέψτε μου να σας πω ότι και εκεί εμφανίζονται ενδιαφέροντα σημάδια ενός νέου προτύπου, ενός νέου πολιτισμού θα έλεγα.

Υπό ποιαν έννοια, αυτό;

Εμφανίζονται άνθρωποι νέοι, περάστε να δείτε μαγαζιά που ανοίγουν, κάποια καφέ και κάποια μπαράκια, αλλά παραπέρα βλέπεις κι ένα χασάπικο, κάποια μαγαζιά με ρούχα, ακόμα και εστιατόρια. Εκπέμπουν έναν άλλο αέρα από τα Εξάρχεια που ο άλλος φοβόταν να περάσει. Αλλάζει λοιπόν ο χαρακτήρας περιοχών. Το θέμα είναι το κράτος, οι μεγάλες δυνάμεις προς τα πού φυσάνε τους αέρηδες, πού οδηγούν την άμμο. Να ακούω καταγγελίες για gentrification στα Εξάρχεια το θεωρώ αστείο: ήταν μια καταπληκτική γειτονιά, με ισορροπία κοινωνική, ηλικιακή, εικαστική.

… η Μπλε Πολυκατοικία…

Την οποία είχε υπογράψει ο Λε Κορμπυζέ, θυμίζω. Και σε κάποια φάση έπεσε ένας μαρασμός, με κάποια στοιχεία που πήγαν να ελέγξουν την περιοχή λόγω απουσίας κράτους (γιατί το κράτος είχε τις ενοχές του κ.τ.λ.). Μαγαζιά ελεγχόμενα από τοπικές προστασίες. Ας αφήσουμε κατά μέρος τα περί gentrification. Οι πόλεις είναι ζωντανοί οργανισμοί. Αλλάζουν. Θυμηθείτε με: θα αλλάξει όλη η Πατησίων. Και η 3ης Σεπτεμβρίου, και η Αχαρνών. Με τα έργα που θα γίνουν –σε βάθος δεκαετίας εννοώ– θα δούμε στην Πατησίων να ξαναζωντανεύει η κατοικία, εκεί όπου ήταν εγκαταλελειμμένα γραφεία, επανέρχονται δραστηριότητες…

Και κοιτάζουν στο βάθος του δρόμου και βλέπουν Ακρόπολη!

Ακριβώς. Είχα πάει σε μιας φίλης μου, προς Πλατεία Αμερικής, γωνία. Γύρω γύρω ψιλοχάος. Μπαίνω μέσα, μια εντυπωσιακή διώροφη είσοδος, πίσω να βλέπεις άνετο ακάλυπτο, πέρα το άνοιγμα της Πατησίων. Θα βαφτίσουμε gentrification την προσαρμογή στην αλλαγή των πόλεων; Το ζήτημα είναι να υπάρχει ένας σχεδιασμός και μια γνώση του φαινομένου, να αφήνεται ανεξέλεγκτη η δραστηριοποίηση μεγάλων εταιρειών. Αναφέρατε το Μουσείο: ασφαλώς και πρέπει να έχει μια καλύτερη σύνδεση με τον περιβάλλοντα χώρο του, να μη βλέπουμε εγκατάλειψη και βανδαλισμούς γύρω τριγύρω.

Η πόλη Αθήνα στα χρόνια του διαδικτύου

Να πάμε όμως και σ’ ένα άλλο «και τώρα»; Είδαμε πώς ο βιομηχανικός πολιτισμός και η εργασία συνδέθηκε με τη δημιουργία της πόλης. Τώρα έχουμε την αποϋλοποίηση της εργασίας. Πώς αυτό επηρεάζει τον πολεοδομικό σχεδιασμό;

Κατάρρευσε μάλιστα και ιδεολογικά το παλιό σχήμα: δεν υπάρχουν πλέον οι λόγοι που το δημιούργησαν. Ξέρετε, ο πάπας της αποθέωσης της πόλης την εποχή του μοντερνισμού ήταν ο Ολλανδός αρχιτέκτονας Ρεμ Κούλχαας. μαζί και με ένα ζευγάρι Ελλήνων είχαν μια ομάδα, το ΟΜΑ/Office for Metropolitan Architecture, που μιλούσε ακριβώς για τη μητρόπολη, αλλ’ όχι όπως τη φαντάστηκε ο μοντερνισμός: αποθέωναν τη Νέα Υόρκη, αποκηρύσσοντας την ελεύθερη δόμηση του μοντερνισμού. Η Νέα Υόρκη θεωρείται πόλη του οικοδομικού τετραγώνου – καμιά σχέση με την πόλη που φαντάστηκε ο Λε Κορμπυζιέ. Έγραψε ένα βιβλίο, το Delirious New York, που ήταν ύμνος στη Νέα Υόρκη − ας σημειώσουμε ότι ο Δοξιάδης, μοντερνιστής και Αμερικανόπληκτος, ήταν και εκείνος διορατικά υπέρ του οικοδομικού τετραγώνου: έτσι έχτισε, για παράδειγμα, στο Ισλαμαμπάντ. Όμως ο Κούλχαας τώρα στα γεράματα έγραψε ένα άρθρο υμνώντας τα προάστια. Τώρα, στην αλλαγή που έχει γίνει προς μια μεταβιομηχανική κοινωνία, «μπορώ και διαδικτυακά να συνδέομαι», η φυσική συνάντηση που δίνει η πόλη, η κοινότητα, οι επαφές, δεν είναι τόσο απαραίτητες.

Θα συμφωνούσατε;

Όχι, δεν το πιστεύω αυτό. Αντίθετα, βλέπω την Αθήνα να γίνεται σταδιακά τρομερά της μόδας, διότι η απομόνωση του διαδικτύου –ναι, είμαι σπίτι μου και δουλεύω για Λονδίνο ή Νέα Υόρκη, και συνδέομαι διαδικτυακά με όλον τον κόσμο– κάνει τη φυσική συνάντηση να μειώνεται. Το να ακούω και μόνο κάτω από το σπίτι μου κόσμο ή φασαρία έχει δικό του νόημα. Εν δυνάμει, μπορώ να μετάσχω. Βλέπω νέα παιδιά να κάνουν αυτή την επιλογή. Βλέπω τον γαμπρό μου –Γερμανός– που ενώ η κόρη μου προτιμούσε να φύγει, λέει: «Μπορώ κάθε στιγμή να βγω, να δω κόσμο, να πάω κάπου, ό,τι ώρα μου ’ρθει». Αυτή η γοητεία της Αθήνας, η οποία όντως κάποια στιγμή είχε φτάσει να είναι αβίωτη, αποτελεί τρομερό πλεονέκτημα. Και αυτό, νομίζω, δεν το έχουμε συνειδητοποιήσει όσο θα έπρεπε.

Και η απουσία πρασίνου; 

Είχαμε φιλοξενήσει προ καιρού έναν σημαντικό Ιταλό αρχιτέκτονα, για να κάνει διάλεξη στο ΕΜΠ, και το πρώτο που μας είπε ήταν: «δεν υπάρχει κτίριο σ’ εσάς που να μην έχει μπαλκόνι. αλλά δεν είδα κι έναν άνθρωπο να κάθεται στο μπαλκόνι». Δεν τα συνειδητοποιούμε, εμείς, αυτά. Το μπαλκόνι λειτούργησε σαν μια κοινωνική σύμβαση, η οποία δεν υπάρχει πια. Μένει ίσως κάπως στην επαρχία, αλλά στην Αθήνα η καφετέρια έχει διαλύσει το μπαλκόνι.

Τα μπαλκόνια, όμως, είναι εν δυνάμει κήποι. Αν σκεφτείτε τι θα μπορούσε να προσθέσει το πολύ κοινότοπο – γλάστρες στα μπαλκόνια. Το να φτιάξεις κατακόρυφο πράσινο (που ήδη υπάρχει: πάτε στο κέντρο, στο Κολωνάκι, στους μέσα δρόμους) δίνει απίστευτες δυνατότητες. Πράσινο στα μπαλκόνια, συν δέντρα στους δρόμους.

Όσο δεν κόβονται από τους δημάρχους, βέβαια…

Πάντως, αν μπορούσαμε να ενδυναμώσουμε το κατακόρυφο πράσινο, όχι με κάποια προωθημένη τεχνολογία, αλλά με γλάστρες με κάποιο μικρό κίνητρο ώστε να φροντίσει ο άλλος το μπαλκόνι με γλάστρες, θα γινόταν η Αθήνα Βαβυλώνα: Κρεμαστοί κήποι! Αν ήταν κάποιος δήμαρχος με φαντασία…





ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ