ΤΙΠΟΤΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΛΕΟΝ ΑΠΛΟ ΣΤΙΣ ΑΠΕ
- 25.06.24 10:30
Πριν από μία διετία, η εικόνα στη χρηματοδότηση έργων ΑΠΕ θύμιζε πολύ τις «χρυσές εποχές» των στεγαστικών δανείων στις αρχές του 2000. Αρκούσε η ύπαρξη ενός αξιοπρεπούς business plan −ιδανικά με τη «σφραγίδα» κάποιας μεγάλης εταιρείας συμβούλων−και όρων σύνδεσης με ικανοποιητική ταρίφα για να εκταμιευθεί το δάνειο. Και μάλιστα, με εξαιρετικά ευνοϊκούς όρους, καθώς η αναλογία χρηματοδότησης έναντι ιδίων κεφαλαίων έφτανε το 80-20, ή ακόμα και το 85-15, ενώ το επιτόκιο ήταν τέτοιο, που διαμόρφωνε με ευκολία διψήφιο εσωτερικό βαθμό απόδοσης (Internal Rate of Return – ΙRR) της επένδυσης.
Και σε αυτή την εξίσωση, με τα τότε δεδομένα, όλοι έμοιαζαν κερδισμένοι. Οι επενδυτές εξασφάλιζαν υψηλότατη, «κλειδωμένη» απόδοση για πολλά χρόνια με ελάχιστα ίδια κεφάλαια. Οι κατασκευαστές αλλά και εισαγωγείς υλικών κατασκευής ΑΠΕ (πάνελ κ.τ.λ.) εξασφάλιζαν υψηλότατα περιθώρια κέρδους, μια και η επένδυση είχε αρκετό «λίπος». Οι τράπεζες μπορούσαν να αυξήσουν τα υπόλοιπα των δανείων τους, και μάλιστα με υψηλά περιθώρια και προμήθειες, έχοντας ως collateral τις «κλειδωμένες» αποδόσεις λόγω της ταρίφας. Και το κράτος πετύχαινε τους εξαιρετικά φιλόδοξους στόχους της πράσινης μετάβασης, αξιοποιώντας μάλιστα το τελευταίο διάστημα και το (σχεδόν) δωρεάν χρήμα του Ταμείου Ανάκαμψης.
Ήταν μια πραγματικά ιδανική εικόνα, μέχρι που κάποια στιγμή σταμάτησε να είναι.
Όπως πολύ γλαφυρά ανέφερε ο κ. Ευάγγελος Μυτιληναίος, κατά τη διάρκεια της πρόσφατης Γενικής Συνέλευσης των μετόχων, η εικόνα των ΑΠΕ θύμιζε αυτή των βίντεο κλαμπ κατά τη δεκαετία του ’80 και του ’90. Στην αρχή τα πρώτα βίντεο κλαμπ κυριολεκτικά θησαύρισαν, καθώς η «τρέλα» ενοικίασης βιντεοκασετών είχε κυριεύσει τη χώρα. Στη συνέχεια όμως, κάθε δρόμος γέμισε από βίντεο κλαμπ, τα κέρδη μειώθηκαν, μέχρι που οι τεχνολογικές εξελίξεις οδήγησαν στον αφανισμό τους.
Ο ΧΑΡΤΗΣ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΣΤΗ ΧΩΡΑ
Εξαιρετικά έντονη είναι η κινητικότητα στην ενέργεια, με τον κλάδο να αναδεικνύεται σε πρωταθλητή άντλησης…
Κάπως έτσι, τα τελευταία χρόνια, οι εγκατεστημένες ΑΠΕ στην Ελλάδα έφτασαν σήμερα τα 12,5 GW περίπου, ενώ η πρόβλεψη θέλει το νούμερο αυτό να εκτινάσσεται στα 23 GW μέχρι το 2030. Μάλιστα, το μεγαλύτερο κομμάτι της αύξησης αυτής θα προκύψει από φωτοβολταϊκά πάρκα.
Μηδενικές ή και αρνητικές τιμές
Η υπερπροσφορά ενέργειας από ΑΠΕ, ειδικά κατά τις ώρες αιχμής, έχει ως αποτέλεσμα να βλέπουμε αρκετά μεγάλα διαστήματα μηδενικών τιμών ή σχεδόν μηδενικών τιμών στο σύστημα. Ενδεικτικό είναι ότι το 2023 οι περικοπές λόγω μηδενικών τιμών έφτασαν τις 230 MWh. Το 2024 αναμένεται να φτάσουν τις 600 MWh και το 2025 τις 1.500 MWh. Ειδικά για φέτος, για το διάστημα Ιανουαρίου–Απριλίου, η Ελλάδα είχε μηδενικές ή σχεδόν μηδενικές τιμές στη χονδρεμπορική αγορά για 33 ώρες, εκ των οποίων οι 31 ώρες μέσα στον Μάρτιο, από μόλις 10 ώρες τον αντίστοιχο προηγούμενο μήνα του 2023. Αντίστοιχα, το δίμηνο Απριλίου−Μαΐου, το φαινόμενο μηδενικών ή και αρνητικών τιμών έσπασε κάθε ρεκόρ, εντείνοντας τον προβληματισμό στην αγορά.
Ενδεικτικά ως προς αυτό είναι τα όσα ανέφερε ο κ. Θεόδωρος Τζούρος, ανώτερος γενικός διευθυντής Εταιρικής και Επενδυτικής Τραπεζικής της Τράπεζας Πειραιώς κατά τη διάρκεια του πρόσφατου Οικονομικού Συνεδρίου των Δελφών. Όπως τόνισε, θα υπάρξουν σημαντικές ανακατατάξεις τα επόμενα χρόνια, καθώς η ανάγκη χρηματοδότησης σε προωθούμενα έργα θα φτάσει τα 20 δισ. − ποσό που οι τράπεζες «μπορούν να το σηκώσουν», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε.
Εντούτοις, χαρακτήρισε πρόβλημα τη χαμηλή τιμή ρεύματος, η οποία λειτουργεί ανασταλτικά για τους επενδυτές σε ΑΠΕ, καθώς υπάρχει μια αυξανόμενη πλεονάζουσα ποσότητα ρεύματος, η οποία όμως πρέπει να διατεθεί από τη στιγμή που δεν υπάρχουν μπαταρίες. Γι’ αυτό και είναι πολύ σημαντική η ηλεκτρική διασύνδεση με το εξωτερικό. «Τα νέα ΑΠΕ είναι τα δίκτυα και όχι τα ΑΠΕ από μόνα τους» ανέφερε χαρακτηριστικά, επισημαίνοντας ότι η ηλεκτρική διασύνδεση θα επιτρέψει να φύγει η ενέργεια και να πάει στη Βόρεια Ευρώπη.
Η ΝΕΑ ΑΥΤΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΕΧΕΙ ΗΔΗ ΦΕΡΕΙ ΑΛΛΑΓΗ ΣΤΑ ΜΟΝΤΕΛΑ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΛΕΥΡΑ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΩΝ. ΕΙΔΙΚΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΝΕΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ, ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΝΑ ΔΩΣΟΥΝ ΤΟ «ΠΡΑΣΙΝΟ ΦΩΣ» ΤΑ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΑ ΙΔΡΥΜΑΤΑ ΠΕΡΝΟΥΝ ΤΑ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΑ ΠΛΑΝΑ ΑΠΟ ΠΟΛΥ ΠΙΟ ΣΚΛΗΡΑ «STRESS TESTS» ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ. ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ, ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΘΕΛΟΥΝ ΝΑ ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΟΥΝ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΑΝ Η ΕΠΕΝΔΥΣΗ ΕΙΝΑΙ ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΠΟΥ ΕΝΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑΤΙ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΟΜΕΝΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΔΕΝ ΔΙΑΤΕΘΕΙ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ.
«Όσο πιο πολλά ΑΠΕ, τόσο χαμηλότερη η τιμή της ενέργειας. Έχει πέσει πολύ η τιμή του ρεύματος. Τα επόμενα χρόνια όλο και περισσότερα ΑΠΕ θα πρέπει να πωλούν την ενέργειά τους στο δίκτυο. Το ρίσκο (των επενδύσεων) ανεβαίνει. Το παιχνίδι στις ΑΠΕ έχει αλλάξει και οι αβεβαιότητες είναι μεγαλύτερες» κατέληξε.
Ειδικά δε στην περίπτωση που τα δεδομένα αλλάξουν μέσω της μη καταβολής αποζημιώσεων για την ενέργεια που δεν αξιοποιείται από τον ΑΔΜΗΕ, προκειμένου να διασφαλιστεί η ασφάλεια του συστήματος, τα business plans που βασίζονταν στις σταθερές χρηματορροές από «κλειδωμένες» ταρίφες είναι πολύ πιθανόν να «τιναχθούν στον αέρα». Με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη δυνατότητα των επενδυτών να χρηματοδοτήσουν τα δάνεια που έχουν λάβει, αλλά και την αξία των ίδιων των επενδύσεων, η οποία βασίζεται άμεσα στις αποδόσεις τους.
Νέα μοντέλα χρηματοδοτήσεων
Η νέα αυτή κατάσταση έχει ήδη φέρει αλλαγή στα μοντέλα χρηματοδοτήσεων από την πλευρά των τραπεζών. Ειδικά για τις νέες επενδύσεις, προκειμένου να δώσουν το «πράσινο φως» τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα περνούν τα επενδυτικά πλάνα από πολύ πιο σκληρά «stress tests» σε σχέση με το παρελθόν. Ουσιαστικά, αυτό που θέλουν να εξασφαλίσουν είναι το αν η επένδυση είναι βιώσιμη ακόμα και στην περίπτωση που ένα σημαντικό κομμάτι της παραγόμενης ενέργειας (ακόμα και άνω του 10%) δεν διατεθεί στην αγορά. Παράλληλα, δίνουν προτεραιότητα στα επενδυτικά πλάνα που συνδυάζουν παραγωγή ενέργειας με αποθήκευση, αλλά και σε όσα έχουν εξασφαλισμένη ιδιοκατανάλωση της παραγόμενης ενέργειας ή αντίστοιχα πολυετή PPA’s με αντισυμβαλλόμενους υψηλής πιστοληπτικής ικανότητας.
Ταυτόχρονα, σημαντικές είναι οι αλλαγές και στα ποσοστά χρηματοδότησης. Όπως αναφέρουν κορυφαίοι τραπεζίτες, πλέον οι επενδυτές πρέπει να έχουν «skin in the game», δηλαδή να χρηματοδοτούν με ίδια κεφάλαια μεγάλο μέρος του έργου. Έτσι, και με εξαίρεση στα έργα που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, το ζητούμενο ποσοστό ίδιας συμμετοχής μπορεί να φτάσει ή και να ξεπεράσει το 30%. Κατ’ αυτό τον τρόπο, αφενός οι τράπεζες επιβεβαιώνουν έμπρακτα τη δέσμευση των επενδυτών και ταυτόχρονα εξασφαλίζονται ότι τα έσοδα από το πάρκο μπορούν τουλάχιστον να καλύψουν το δάνειο, ακόμα και ύστερα από περικοπές.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, οι τραπεζίτες ξεκαθαρίζουν σε όλους τους τόνους ότι δεν τίθεται θέμα αναστολής χρηματοδοτήσεων, απλώς τα κριτήρια έχουν γίνει σαφώς πιο αυστηρά σε σχέση με το παρελθόν. Όπως ακριβώς συμβαίνει σήμερα με τα στεγαστικά δάνεια, σε σχέση με τις υπερβολές της δεκαετίας του 2000, όταν το ποσοστό χρηματοδότησης έφτανε και το 120% της αξίας του προς αγορά ακινήτου.
«Παιχνίδι για λίγους»
Όλα τα παραπάνω συνηγορούν στο γεγονός ότι η χρηματοδότηση της αγοράς ενέργειας μετατρέπεται σε «παιχνίδι για λίγους». Οι εταιρείες που πληρούν τα αυστηρά κριτήρια των τραπεζών είναι σημαντικά περιορισμένες σε σχέση με το παρελθόν, ενώ παράλληλα τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα προτιμούν «παίκτες» με διευρυμένο χαρτοφυλάκιο. Και αυτό γιατί, ακόμα και αν μία επένδυση δεν αποδώσει τα αναμενόμενα, υπάρχει ευρύτερη διασπορά. Παράλληλα, τραπεζικά στελέχη προβλέπουν εξαγορές μονάδων αλλά και συγχωνεύσεις εταιρειών με στόχο τη δημιουργία μεγαλύτερων και πιο ανθεκτικών σχημάτων. Αν μάλιστα προκύψουν περιπτώσεις που τα επιχειρηματικά πλάνα αποδεικνύονται επισφαλή, είναι αρκετά πιθανό οι ίδιες οι τράπεζες να ωθήσουν προς την κατεύθυνση της εξαγοράς ή της συγχώνευσης, εξασφαλίζοντας έτσι και τη δική τους χρηματοδότηση.